Νικόλας Ανδρουλάκης: Η εργασία στην τέχνη όταν βολεύεται είναι διπλή προδοσία

Ένας Ηλίθιος σημερινός, αληθινός, που ζει ανάμεσά μας και αγαπάει άνευ όρων επιστρέφει μετά από απανωτά sold-out για ακόμη μία παράσταση στη Θεσσαλονίκη. Ο Νικόλας Ανδρουλάκης μας προσκαλεί στις 14 Φεβρουαρίου στο Θέατρο Αυλαία για να μετατρέψουμε μαζί το κλασικό κείμενο του Ντοστογιέφσκι σε μία προσωπική εξομολόγηση ψυχής. Πριν ανέβει στη σκηνή, ο δημιουργός μιλά στο Praximag για τη σπουδή του επάνω στο έργο, τη σχέση τέχνης και πολιτικής, τα social media, αλλά και για τους συνοδοιπόρους με τους οποίους μοιράζεται τη θεατρική διαδρομή του.

Πώς τοποθετείται ο “Ηλίθιος” του Ντοστογιέφσκι στο σήμερα;

Κατ’ αρχάς απελευθερώνεται από τα εισαγωγικά της ίδιας της λέξης. Ως κύριο όνομα του ρόλου καθαυτού πια, ο δικός μου Ηλίθιος είναι ο θεμελιώδης ρόλος που έχω συνδέσει όλο μου το υπαρξιακό μου επίκεντρο. Λίγο Μίσκιν και λίγο Φιοντόρ μαζί, σε μια ηλίθια σπουδή, στην πίστη σε αυτό που μας έχουν μάθει να λέμε ουτοπικό. Τον ορθό λόγο, το δίκαιο, τη συμπαντική ομορφιά, την αγαθοσύνη, την υπομονή, ως αντίδοτα στην τρέλα που επωάζεται και κοχλάζει γύρω και μέσα μας. Ο Ηλίθιος είναι έργο ολόκληρο και το γράφουμε μαζί. Έτσι όπως γράφουμε εαυτό. Με μίμηση, με έμπνευση, με θέση, με λόγο, με αντίσταση. Όπως μπορεί κάθε ψυχή. Ο Ηλίθιος χακάρει τη μοιρολατρία και τον φασεϊσμό και ερωτεύεται αληθινά, νοιάζεται αληθινά, εξηγεί βαθιά, ρωτά κατάματα, ακούει καθαρά. Φορά με τη φορά, όλο και πιο πολύ. Ο Ηλίθιος είναι η σπουδή για να γίνουμε πιο όμορφοι άνθρωποι. Κι ας μας λέει για λίγο ηλίθιους μια κοινωνία που δυσλειτουργεί σαν συμπλεγματική μηχανή, με απωθημένα, με ψέμα, με δόλο, με απιστία, με ενοχή. Είναι πιο ωραία να ζεις ως ηλίθιος. Κι αν με ρωτάς, αν το εννοείς, είναι λυτρωτικό. Και μακάρι να εμπνεύσει. Κι αν όχι δεν πειράζει. Ξέρεις, ο Ηλίθιος δεν πασχίζει να είναι. Απλώς είναι.

Με ποιους τρόπους διαμορφώνεται η συγκεκριμένη παράσταση από το κοινό;

Ο Ηλίθιος κοινωνεί κάθε στιγμή κάθε συνθήκη με ανάληψη του ρόλου, σε εγρήγορση, γι’ αυτό το συνεχές παιχνίδι της λίγο πιο κατάματης, λίγο πιο εγκάρδιας, λίγο πιο διερευνητικής κι επιδραστικής συνύπαρξης με τους άλλους. Άρα ο Ηλίθιος είμαστε εσύ κι εγώ μαζί. Σε δυϊκές αμφιμονοσήμαντες σχέσεις και τελικά -σε κλίμακα- όλοι μαζί. Σαν -εν δυνάμει- πρωτόπλαστοι, μοναδικοί επιζήσαντες σε ένα ερημικό νησί. Αυτή είναι η βασική αρχή. Κι η κάρτα που σου δίνω στο χέρι ο Ηλίθιος όταν συμβεί μια γνωριμία, δεν είναι απλώς ένα κάλεσμα στο θέατρο, αλλά η καθαυτή ολοκλήρωση της πρώτης γνωριμίας μας, με ανάληψη ευθύνης, ότι μπορώ να γίνω ο προβληματολόγος σου, που λέγαμε παιδιά. Αυτός που είναι εκεί για κάθε πρόβλημα και τολμάει να βοηθάει. Όπου κι όπως κι όποτε χρειαστεί. Με αγάπη άνευ όρων και λογική. Ως να γίνουμε ηλίθιοι όλοι. Και να νιώθουμε παντού πιο ελεύθεροι και ασφαλείς να ζούμε μαζί. Κι από ηλίθιοι να μετονομαστούμε σε συνάνθρωποι.

Μιλήστε μας για το Θέατρο της Πραγματικότητας και πώς εφαρμόζεται η μέθοδος αυτή.

Η βασική αρχή είναι πολύ απλή. Είμαστε ήδη το έργο. Η παράσταση ήδη συμβαίνει. Από την πρώτη συνάντηση, από τον πρώτο καφέ. Η βιολογική και κοινωνική μας κανονικότητα φέρει ως πραγματικότητα τα κωδικοποιημένα υλικά κάθε ήρωα ριζωμένα στο προσωπικό και συλλογικό ασυνείδητο. Η ανάγκη μας -όταν γίνεται σαφής επιθυμία κι ανάληψη λόγου επί της αρχής- μας σμιλεύει από έξω προς τα μέσα, σαν ένα γλυπτό κι από μέσα προς τα έξω, σαν μια πεταλούδα ή ένα άνθος, εμάς ως δημιούργημα. Έτσι κάθε ανάσα μας, κάθε δράση, κάθε λέξη, μετουσιώνεται σταδιακά σε ελεύθερο κανάλι εκροής λόγου των ηρώων κάθε μύθου, κάθε συγγραφέα, κάθε εποχής, στη δική μας πραγματικότητα, καθ’ ολοκληρίαν. Άρα παθαίνουμε το έργο όσο το σπουδάζουμε. Όχι απλώς ως ένα σκηνικό συμβάν για το οποίο προετοιμαζόμαστε, αλλά ως ασκητική χειραφέτησης των αγκυλωμένων μας υλικών ως οντότητες μέσα από το αταξίδευτο σύμπαν κάθε ήρωα, κάθε αντιήρωα, κάθε σκηνικού τόπου, κάθε μικρού κόσμου. Κι είναι κάθε τι εν δυνάμει πρωταγωνιστικό πια. Κι έτσι το έργο μπορεί να παίζεται εσαεί και να το γράφουμε σε πραγματικό χρόνο. Όλο και πιο διαμπερές, όλο και πιο γερό. Κάθε φορά απ’ την αρχή. Όπως ξυπνούμε στη δική μας ζωή κάθε πρωί. Σαν ένα παιχνίδι συμβίωσης και συνεξέλιξης όλων των ρόλων του νου μας. Και μπορούν όλοι να το καταφέρουν αυτό. Είναι μια αρκετά διαφορετική πρακτική από τον τρόπο που έχουμε μάθει ως τώρα να μελετούμε στις παραστατικές τέχνες. Και συνεχώς εξελίσσεται μαζί εμάς κι η μέθοδος. Σε έργα που λες “δεν παίζει αυτό τώρα, συμβαίνει στ’ αλήθεια”. Γιατί όντως συμβαίνει στ’ αλήθεια. Έτσι που μπορεί κάθε μας πραγματικότητα να είναι μια αλληλέγγυα σπουδή. Πέρα από φώτα, χειροκροτήματα, αφίσες, λέξεις, κατασκευές. Γάργαρο πράγμα, αληθινό. Αυτό μου αρέσει να ζω.

Ως καλλιτέχνης που έχει μεγαλώσει σε ένα πολιτικοποιημένο σπίτι, πιστεύετε ότι η τέχνη ή η πολιτική έχει μεγαλύτερη δύναμη να αλλάξει τον κόσμο; Και γιατί;

Η τέχνη είναι πολιτική πράξη. Αυτό που λέω συχνά είναι ότι βιώνω την τέχνη ως μια υπερβατική άσκηση να δώσουμε -στα βάθη της φύσης μας- φωνή να εκφραστεί η ζωή καθαυτή, ως έννοια, ως κατάσταση. Πέρα από τους φόβους και τους περιορισμούς της θνητής μας υπόστασης. Γι’ αυτό και είναι σαφής η προϋπόθεση της ανάληψης λόγου της τέχνης για να είναι τέχνη. Ένα καλλιτέχνημα μπορεί να δημιουργείται κι ερήμην, από μια γιαγιά που φτιάχνει γλυκά που τα λέμε ποίημα. Αλλά το καλλιτέχνημα δεν συνεπάγεται τον καλλιτέχνη. Ο δραστικός ρόλος αυτός χρειάζεται να φέρει συνειδητότητα. Για να εμπνέει, να εκφράζει, να πυροδοτεί, να συγκρούεται, να αναλαμβάνει την ευθύνη του πώς, τι και γιατί κάθε καλλιτέχνη. Η αυτοψυχοθεραπεία κι η εξέλιξη σωματικά και πνευματικά θα συντελεστεί αν είναι ειλικρινής με το έργο και την ανάγκη του κάθε δημιουργός, κάθε ερμηνευτής. Αλλά αυτό προκύπτει μέσα από τους άλλους, έτσι που μας αντανακλούν τα μάτια τους. Γι’ αυτό και διαχρονικά πολλοί καλλιτέχνες χάνονται στον δρόμο, δίχως ένα σαφές ζωντανό και συγκινούμενο μανιφέστο, καταλήγοντας έτσι πλανεμένοι σε μια λατρευτική αυτοαναφορική λούπα, ως πλασιέ προϊόντων, φορέων, νταβατζήδων. Τοποτηρητές μιας εξουσιαστικής τάξης πραγμάτων που -δομικά- θα περίμενες να σαλεύουν και να φωτίζουν. Γιατί η τέχνη δεν είναι δουλειά, δουλίτσα, καριερίτσα. Και δεν χωράει στη δούλεψη κανενός. Η εργασία στην τέχνη όταν βολεύεται είναι διπλή προδοσία, και στον ίδιο τον καλλιτέχνη και στην κοινωνία που εισακούει το έργο του. Άρα δεν αρκεί το έργο. Είναι η θέση μας στη ζωή. Να γίνουμε ολόκληροι το έργο μας. Αν θα είναι δόλια ή ενάρετη διαδρομή θα το δείξει ο λόγος, δηλαδή ο σκοπός. Και κάθε στιγμή γράφουμε τη μοίρα μας, εν τω μέσω της εκπλήρωσης της εντελέχειας, κόντρα στον φασεϊσμό και τη μοιρολατρία. Αρκεί να θες.

Είστε ιδιαίτερα ενεργός στα social media και με τις δημοσιεύσεις σας εκφράζετε προς τα έξω τις σκέψεις και την κοσμοθεωρία σας. Ποιες είναι οι αντιδράσεις του κοινού στις αναρτήσεις σας;

Θα σταθώ σε αυτό που έχω εξερευνήσει τα τελευταία τέσσερα χρόνια, τον αφοσιωμένο κι αλληλέγγυο δίαυλο άμεσης προσωπικής επικοινωνίας με δεκάδες δεκάδων ανθρώπους. Αυτή τη στιγμή έχω δημοσιευμένα στο ίνσταγκραμ περίπου 7.800 εικονάκια από print screen με προσωπικές, εξομολογητικές και στοχαστικές συνομιλίες με ανθρώπους, από πιτσιρίκια στα τέλη της εφηβείας μέχρι μεγάλους ανθρώπους, γονείς, αδερφούς, φίλες, παππούδια, συμπολίτες από κάθε γωνιά της χώρας κι όχι μόνο. Αυτό θεωρώ ότι είναι η πιο καίρια δική μου συμβολή κι ας ήμουν από τους πρώτους που άρχισαν να μοιράζονται θραύσματα λόγου, ποίηση, στοχασμούς, αποφθέγματα κι ενδελεχή κείμενα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πριν δέκα χρόνια. Ο Ηλίθιος έχει ριζώσει -πολύ πριν αποφασίσω να καταπιαστώ άμεσα με το σύμπαν του Ντοστογιέφσκι- σε αυτήν τη σπουδή της ανοιχτωσιάς στον ορθό λόγο, στην πίστη στον άλλο άνθρωπο, στην φιλοσοφική συνεξερεύνηση, στον αναγκαίο ενδιάμεσο χώρο από την καθαυτή ψυχοθεραπεία που έχουμε όλοι ανάγκη και τις χιλιάδες συνομιλίες που επιδιώκουμε παρεμπιπτόντως, σε φούρνους, σε κομμωτήρια, σε γήπεδα και ταξί. Αυτό το βαθύ κατάματο μαζί, που μπορεί -μέσα από το κουκούλι του διαδικτύου- να εμπνεύσει μια παράδοξη ειλικρίνεια. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το δομικό μοντέλο που επιλέγουν στα εξομολογητήρια όλες οι εκκλησίες του κόσμου. Μια τέτοια στοχαστική ανοιχτωσιά είναι για εμένα πια όσα μοιράζομαι, προσωπικά και συλλογικά, στην προσπάθεια να γίνουμε ποίηση ολόκληροι, σε κάθε λέξη μας, σε κάθε πράξη, σε κάθε ανάσα, ανάλαφρα και γερά και κάθε μας σχέση, κάθε αντάμωμα, από την άλλη άκρη του κόσμου ως τη δίπλα γειτονιά να έχει ίχνη από μια θεραπευτική σε αέναο ενεστώτα, σαν όλοι να είμαστε εν δυνάμει οι μόνοι επιζήσαντες στο τροπικό νησί που σου είπα πριν. Αυτό πιστεύω κι αυτό πρεσβεύω στην πράξη, μες στην οχλαγωγία, την εμποροπανήγυρη και τη ματαιότητα που τείνει να κυριεύει τους διαδικτυακούς ρόλους των ανθρώπων. Γίνεται; Γίνεται. Αυτό κάνω και έχω γνωρίσει αληθινούς συνοδοιπόρους έτσι. Και συνεχίζω. Με πίστη και υπομονή. Κι είναι κουραστικό αλλά αναζωογονητικό κάθε φορά.

Έχετε συνεργαστεί με σπουδαίους σύγχρονους δημιουργούς, όπως είναι μεταξύ άλλων η Λένα Κιτσοπούλου και ο Χρήστος Καρασαββίδης. Πώς θεωρείτε ότι σας επηρέασαν και πώς τους επηρεάσατε;

Μου έσκασε πηγαίο μειδίαμα, θα στείλω του Χρήστου τώρα μήνυμα να δει ότι τον είπες σπουδαίο σύγχρονο δημιουργό. Με τον Χρήστο είμαστε αδέρφια, ξεκινήσαμε από την ίδια σχολή στο Πανεπιστήμιο που σπουδάζαμε χρηματοοικονομικά κι ήμασταν αυτοί που έγραφαν μαζί σενάρια και ιστορίες κι ονειρευόμασταν να γίνουμε σκηνοθέτες όταν ήμασταν δεκαοκτώ. Παρέα κάναμε ραδιόφωνο κι αρθρογραφούσαμε και περίπου ταυτόχρονα ξεκινήσαμε το θέατρο, τον πίεζα μάλιστα με φίλες μας να δώσει σε δραματική ένα χρόνο αφού πήγα εγώ. Όλα αυτά τα χρόνια έχουμε υπάρξει τόσο κοντά όσο και μακριά σε συνομιλούσες διαδρομές, θεατρικά και στοχαστικά. Με την Λένα δεν έχω κάνει παρέα ποτέ. Πιτσιρίκι στην σχολή ακόμη είχα βγάλει το σύνθημα Λένα Κιτσοπούλου παντρέψου με ή έστω δώσε ρόλο. Έχουμε ανταλλάξει ελάχιστες κουβέντες όλα αυτά τα χρόνια και της είμαι ευγνώμων που μου έδωσε το ελεύθερο να κάνω ό,τι και όπως ήθελα στην μετουσίωση σε άνδρα ήρωα της εμβληματικής της ηρωίδας στην Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α. – την παράσταση που ήταν για εμένα συγκινητικό εφαλτήριο της μεθόδου στο θέατρο της πραγματικότητας, πριν καν το καταλάβουμε. Όλα αυτά τα χρόνια έχω σπουδάσει εργαστηριακά στα μεθοδολογικά υλικά σπουδαίων ανθρώπων του ελληνικού θεάτρου, Μαρμαρινό, Καραθάνο, Μοσχόπουλο, Γάκη, Καραγέωργο, Κακάλα και φυσικά τον πιο συγκινητικό δάσκαλο που έχω γνωρίσει, το αγέραστο σοφό παιδί που φλέγεται στο βλέμμα του Θόδωρου Τερζόπουλου -η σπουδή στο σύμπαν του οποίου, με την αρωγή του μαθητή και συνεργάτη του Σάββα Στρούμπου, ήταν κάτι σαν ολοκλήρωση της πρώτης μου δεκαετίας στις παραστατικές τέχνες κι αρχή της επόμενης. Ξέρεις, έτσι κάπως είναι φωτίζεται σαν εσωτερική πίστα της ζωής η τέχνη, αφού κι έξω από αυτήν είναι αναγκαία η κατοίκηση και των δύο ρόλων, του εραστή και του ερωμένου, με την αρχαία τους έννοια, της πλοήγησης στην γνώση. Έτσι κι η διαχρονική πια σχέση με τον ψυχοθεραπευτή ή τον βελονιστή μου έχουν καίρια πατρικά στοιχεία. Έτσι μπορώ κι εγώ να νιώθω δυνατός να βοηθώ άλλες ψυχές στο κοινό μας ταξίδι, στον χώρο, στον χρόνο, στη γνώση, στην αγάπη.

Επισκέπτεστε συχνά τη Θεσσαλονίκη και έχετε παρουσιάσει πολλές παραστάσεις στην πόλη μας. Πώς θα περιγράφατε τη σχέση σας μαζί της;

Την Θεσσαλονίκη την αγάπησα την τελευταία τετραετία. Από την εμπειρία της άφιξης με τις Κούκλες στον Θερμαϊκό το 2020, σε μια σημαντική περίοδο της ζωής μου τότε, ένα τσαφ πριν την πανδημία. Τότε που γνώρισα, μωρό ακόμη, το ανηψάκι μου από την Κρήτη στην Άνω Πόλη κι εξερεύνησα διαφορές γωνιές της πόλης πρώτη φορά, με τον έρωτα της ζωής μου να με εμπνέει. Και μετά την πανδημία, ύστερα από ένα δικό μου ταξίδι ζωής, πέρυσι με την Παρέλαση, περιπετειώδη και παρεΐστικη και φέτος με τον Ηλίθιο, σε μια προσωπική εκδρομή ανοιχτή σε κάθε ψυχή που γνωρίζω, όλο και πιο πολύ, συνδέομαι με ανθρώπους, με σημεία, με γωνιές. Και κάπως έτσι -σαν ένας μικρός ηλίθιος Μίσκιν Νικολάγιεβιτς- έχω γνωρίσει δεκαδες δεκάδων ανθρώπους εδώ. Και θέλω να μείνω όλο και πιο πολύ. Κι ίσως δημιουργήσω καλλιτεχνικά την αφορμή στο κοντινό μέλλον. Κι αν μπορούσα αύριο θα έφτιαχνα κάτι σταθερό εδώ. Νιώθω μια δίψα, μια φλόγα, ειδικά στα νέα παιδιά, που ψάχνει λόγο, μέσο, γλώσσα, σκοπό. Δεν είναι τυχαίο που το ΑΠΘ είναι η μήτρα των πιο σημαντικών κοινωνικών και πολιτικών ζυμώσεων στη χώρα μας. Η Θεσσαλονίκη είναι ολόφωτη και πανέμορφη. Κι οι δικές της παθογένειες έχουν μια βαλκανική ποίηση που -ακόμη κι αυτή- με συναρπάζει πια να μετέχω και να βοηθήσω. Κι ερχόμουν από μικρό παιδί, με το σχολείο για ρητορικούς αγώνες κι ύστερα ως προπονητής και μετά επειδή η μεγαλύτερη σχέση της ζωής μου ήταν από εδώ κι όμως, χρειάστηκε να περάσω τα 30 για να συνδεθώ πραγματικά. Ταξίδι παιδευτικό κι απελευθερωτικό. Με γέλια και με κλάματα. Για όλους μας κάπως έτσι δεν είναι; Να μάθουμε να ζούμε.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Ο Ηλίθιος του Ντοστογιέφσκι
Δραματουργία-Σκηνοθεσία: Νικόλας Ανδρουλάκης

Για το έργο αυτό βοήθησαν αληθινά όλοι οι συνεργάτες κι οι συνοδοιπόροι της ζωής του Ηλίθιου

Την παράσταση την ερμηνεύουμε ήδη όλοι μαζί
Παραγωγή: Ντουέντε
Πού: Θέατρο ΑΥΛΑΙΑ – Τσιμισκή 136 (Πλατεία ΧΑΝΘ)
Πότε: 14 Φεβρουαρίου 2024, ώρα 21:00
Πότε: 14 Φεβρουαρίου 2024, ώρα 21:00
Τιμές εισιτηρίων: 17€ κανονικό, 12€ φοιτητικό, ανέργων
Προπώληση: Ταμείο θεάτρου ΑΥΛΑΙΑ & more.com

Συνέντευξη στη Λία Κατσανά
Φωτογραφίες Μηνάς Τσιτσής