Γέλιο με… μέτρο

Η τέχνη του χιούμορ στην εποχή της πολιτικής ορθότητας.

Από τον Λογοθετίδη και τον Παπαγιαννόπουλο στον Χάρυ Κλυν, από τα ανέκδοτα στα σαρκαστικά tweets κι από την επιθεώρηση στους stand-up comedians και tiktokers… Το χιούμορ, ανά τα χρόνια, έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην ανθρώπινη επικοινωνία και την κοινωνική αλληλεπίδραση, προσφέροντας ένα μέσο εκτόνωσης και αντιμετώπισης δύσκολων καταστάσεων.Ωστόσο, το σύγχρονο χιούμορ εξελίσσεται σε ένα πλαίσιο που διαμορφώνεται από τις τάσεις του #MeToo και του political correctness. Αυτές οι τάσεις έχουν επηρεάσει σημαντικά τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και εκφράζουμε το χιούμορ μας σήμερα.

Στην εποχή του #MeToo
Το κίνημα #MeToo, που ξεκίνησε το 2017, ανέδειξε τις εμπειρίες θυμάτων σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης, ζητώντας δικαιοσύνη και πολιτιστική αλλαγή. Η επίδραση αυτού του κινήματος στο χιούμορ είναι ξεκάθαρη, καθώς πολλά αστεία που παλαιότερα ήταν αποδεκτά τώρα αποδοκιμάζονται λόγω προβολής στερεοτύπων ή γελοιοποίησης σοβαρών θεμάτων όπως η σεξουαλική κακοποίηση.Οι κωμικοί και οι δημιουργοί περιεχομένου καλούνται να επανεξετάσουν το υλικό τους και να διαμορφώσουν νέες προσεγγίσεις που σέβονται τις εμπειρίες και τις ευαισθησίες των θυμάτων. Αυτό δεν σημαίνει ότι το χιούμορ πρέπει να εξαφανιστεί, αλλά ότι πρέπει να γίνει λίγο πιο… υπεύθυνο.

Πολιτική Ορθότητα και Χιούμορ
Η πολιτική ορθότητα επηρεάζει σημαντικά το σύγχρονο χιούμορ, προσπαθώντας να αποφεύγονται φράσεις ή ενέργειες που μπορεί να προσβάλουν ή να απομονώσουν άτομα ή ομάδες. Αυτή η τάση έχει δύο κύριες επιδράσεις: από τη μία πλευρά, ενισχύει την ανάπτυξη νέων ειδών χιούμορ που προάγουν τη συμπερίληψη και τον σεβασμό, όπως η σάτιρα που αναδεικνύει κοινωνικές αδικίες και ενθαρρύνει την αλλαγή. Από την άλλη, ορισμένοι θεωρούν ότι περιορίζει την ελευθερία της έκφρασης και την αυθεντικότητα του χιούμορ, αναγκάζοντας τους κωμικούς να αποφεύγουν θέματα που θεωρούνται επικίνδυνα ή αμφιλεγόμενα.

Η ισορροπία στο σύγχρονο χιούμορ
Στην εποχή του #MeToo και της πολιτικής ορθότητας, η πρόκληση για τους δημιουργούς χιουμοριστικού περιεχομένου είναι να βρουν την ισορροπία μεταξύ της ελευθερίας της έκφρασης και του σεβασμού προς τους άλλους. Αυτό απαιτεί ευαισθησία, κατανόηση και δημιουργικότητα. Οι σύγχρονοι κωμικοί και οι καλλιτέχνες έχουν την ευκαιρία να χρησιμοποιήσουν το χιούμορ ως εργαλείο για να σχολιάσουν τα κοινωνικοπολιτικά κακώς κείμενα και όχι μόνο, ενώ ταυτόχρονα προσφέρουν διασκέδαση. Mιλήσαμε με τη Νεφέλη Μεγκ, τον Αλέξανδρο Χαριζάνη και την Αναστασία Παύλου, επί του θέματος για να μας δώσουν τη δική τους οπτική.

Νεφέλη Μεγκ (Νομικός, Δημιουργός Podcast & Κωμικός)


«Οι περισσότεροι από την κοινότητα των stand up comedians δεν με δέχτηκαν ποτέ ως κωμικό, ως μια από αυτούς. Όταν έκανα τη συνέντευξη με τον Πρωθυπουργό απενεργοποίησα το Twitter και τα σχόλια στο προφίλ μου για να με προστατέψω, είμαι ευαίσθητη και για μέρες φοβόμουν να βγω από το σπίτι μου, αφού δεχόμουν και σχόλια μίσους, τραμπουκισμούς όταν έβγαινα έξω, στο σούπερ μάρκετ, σε μαγαζιά».

Αλέξανδρος Χαριζάνης (Stand-up Κωμικός & Ραδιοφωνικός Παραγωγός)

«Τα θεμέλια του χιούμορ και οι λόγοι για τους οποίους το αναζητούμε δεν έχουν αλλάξει και δεν θα αλλάξουν, καθώς είναι η βασικότερη κοινωνική ανάγκη. Αυτό που αλλάζει από εποχή σε εποχή είναι ο τρόπος, η ταχύτητα και η θεματολογία. Υπάρχουν αρκετοί τρόποι για να πεις το ίδιο πράγμα, και τα μονοπάτια που θα επιλέξεις για να φτάσεις στον προορισμό θα χαρακτηρίσουν όλο το εγχείρημα. Οπότε η αρχική έμπνευση μπορεί να έρθει από το οτιδήποτε. Αν δεν υπάρχουν αρνητικά σχόλια, τότε αυτό που κάνεις είναι πιο βαρετό κι από έρευνα αγοράς κουρτινόξυλων. Σαφώς και κρίνεσαι, και εάν δεν μπορείς, ασχολήσου με κάτι άλλο. Προσωπικά σπάνια διαβάζω σχόλια, καθώς μπορεί να σε μπερδέψουν εξίσου και τα θετικά και τα αρνητικά».

Αναστασία Παύλου (Ραδιοφωνική Παραγωγός & TikToker)


«Θεωρώ ότι τα όρια της πλάκας πλέον είναι πιο αυστηρά και τελειώνουν εκεί που ξεκινάνε τα όρια της προσβολής, που κι αυτό είναι σε μερικά σημεία και υποκειμενικό! Γενικά είμαι άνθρωπος που επιβιώνει με το χιούμορ, θεωρώ ότι θα είχαμε τρελαθεί χωρίς αυτό, πιστεύω ότι τα πιο αστεία σενάρια πάντα μας τα δίνει η ζωή. Ψάχνω πάντα να βρω τρόπους να γίνω πιο δημιουργική και ευφάνταστη για να μπορώ να κάνω πλάκα ΜΕ ΟΛΑ! Υπάρχουν αρνητικά σχόλια. Βέβαια ποτέ δεν αφορούν τ’ αστεία μου ή το περιεχόμενό μου. Αλλά μόνο τα κιλά μου και την αδυναμία μου ως άνθρωπος να επιβληθώ στο burger! ΧΑΧΑΧΑ»Ο στόχος δεν είναι να αποφεύγουμε το χιούμορ, αλλά να το χρησιμοποιούμε με τρόπο που να ενισχύει τις ανθρώπινες σχέσεις και να προωθεί την κοινωνική πρόοδο. Οι δημιουργοί μπορούν να συνεχίσουν να προκαλούν γέλιο, ενώ ταυτόχρονα ενισχύουν την κατανόηση και τον σεβασμό. Το κλειδί είναι η ισορροπία και η προθυμία να εξερευνήσουμε νέους τρόπους έκφρασης που να αντικατοπτρίζουν τις αξίες μιας πιο συμπεριληπτικής και ευαισθητοποιημένης κοινωνίας.

Το χιούμορ είναι μια ανώτερη ψυχική λειτουγία
Η ψυχολόγος – ψυχαναλύτρια Ελένη Ξανθοπούλου αναφέρει: «Το χιούμορ, σύμφωνα με τον Freud, είναι  ανώτερη ψυχική λειτουργία (άμυνα) που βοηθάει το υποκείμενο (το εγώ) να νιώθει ότι αντέχει την δύσκολη πραγματικότητα, ενισχύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το υποκειμενικό αίσθημα ασφάλειας». Τι συμβαίνει σήμερα με το χιούμορ στην ελληνική κοινωνία; Τα τελευταία χρόνια διαπιστώνεται όλο και πιο πολύ μια αμήχανη θα λέγαμε σχέση του Έλληνα με το χιούμορ. Από τη μια υπάρχει η πολιτική ορθότητα, η οποία θέτει όρια στον τρόπο που εκφραζόμαστε και επομένως, και στο χιούμορ, όπως πολλοί λένε. Όμως, είναι χιούμορ ο «εν είδη αστείου» σχολιασμός χαρακτηριστικών (σωματικών, φυλετικών, σεξουαλικών κλπ); Ο Freud διαχωρίζει -εν μέρει- το αστείο από το χιούμορ. Το αστείο μπορεί να χρησιμοποιείται, κάποιες φορές, προκειμένου να εκφραστεί η απωθημένη ασυνείδητη επιθετικότητα, με έναν ήπιο πιο αποδεκτό πολιτισμικά τρόπο. Επομένως, το αστείο, λέει ο Freud, δεν είναι τόσο αθώο. Και όμως, τόσο συχνά ακούμε τη φράση «Μα ένα αθώο αστείο ήταν!». Άρα, η πολιτική ορθότητα θέτοντας κάποια όρια, μας δίνει τη δυνατότητα να ξανασκεφτούμε ουσιωδώς τέτοια ζητήματα, όπως τι είναι το χιούμορ, τι είναι αστείο.Ταυτόχρονα βλέπουμε και μια τάση στα social media και στην τηλεόραση για «γέλια διαρκείας». Αυτό ως συνολικό φαινόμενο (διότι υπάρχουν και μεμονωμένα δημιουργήματα που είναι υπό τη λειτουργία του χιούμορ) δεν είναι έκφανση του χιούμορ, αλλά μια άμυνα απέναντι στην σκέψη και τον πόνο που βιώνουμε στην καθημερινότητα τόσο σε προσωπικό, όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Είναι αποφυγή τόσο της εξωτερικής, όσο και της εσωτερικής οδυνηρής πραγματικότητας. Όταν αποφεύγεται ο πόνος, το άτομο δεν ωριμάζει ψυχικά, αδυνατεί να σκεφτεί, νιώθει σε ασυνείδητο επίπεδο αδύναμο και αποφεύγει διαρκώς την απογοήτευση. Δηλαδή, την πραγματικότητα. Γιατί η πραγματικότητα πάντα έχει και κομμάτια απογοήτευσης, απώλειας. Έτσι, ψυχικά ζει σαν φυγάς του εαυτού του. Η ελληνική κοινωνία έχει φανεί ότι αδυνατεί να πενθήσει τα τραύματά της. Δεν έχει πενθήσει τον εμφύλιο πόλεμο, τη Χούντα, την δεκαετή οικονομική κρίση και την πανδημία. Όσο αποφεύγουμε τη διεργασία του θρήνου, τόσο τα τραύματα μένουν εκεί ακατέργαστα και τα νιώθουμε ενεργά, άρα απειλητικά. Έτσι, ο ψυχισμός κινείται δέσμιος, σε μια διαρκή αποφυγή τους επιστρατεύοντας αντίστοιχους μηχανισμούς άμυνας. Μια τέτοια άμυνα (στην ψυχανάλυση την ονομάζουμε μανιακή άμυνα) παράγει αστεία, προκειμένου το υποκείμενο να ανακουφίζεται απο-φεύγοντας την οδύνη, σχεδόν «εξαφανίζοντάς» την. Και μπροστά σε καινούριες τραυματικές καταστάσεις ή απογοητεύσεις, ακολουθείται η ίδια οδός της αποφυγής και τελικά, της μη-ωρίμανσης. Στην αρχαία Ελλάδα υπήρχε χιούμορ, και μάλιστα διαχρονικό,  όπως αυτό εκφράστηκε, για παράδειγμα, μέσα από τα έργα του Αριστοφάνη, διότι υπήρχε και η τραγωδία. Η αρχαία ελληνική τραγωδία σηματοδοτεί την ικανότητα των Ελλήνων να θρηνήσουν, να πονέσουν. Σύμφωνα με τον Νίτσε, όπως το περιγράφει στο βιβλίο του «Η γέννηση της τραγωδίας», οι Έλληνες ήταν υψηλής ωριμότητας πληθυσμός, διότι δεν απέφευγαν τον πόνο. Στην αρχαία τραγωδία οι θεατές παρακολουθούσαν το έργο καταφάσκοντας στον πόνο. Και περνώντας μέσα από αυτόν ερχόταν η κάθαρση. Γνώριζαν ήδη πολύ καλά την ψυχική αξία του πόνου. Ως κοινωνία, λοιπόν, είναι απαραίτητο κάποια στιγμή να αρχίσουμε να πενθούμε. Ίσως έτσι ξαναβρούμε στα αλήθεια το χιούμορ μας.”

ΓΡΑΦΕΙ: Δάφνη Τσάρτσαρου

Αναδημοσίευση από το εξαμηνιαίο free press περιοδικό του ΚΘΒΕ «ΠΡΑΞΗ» (ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ- ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2024)