Φάνης Μουρατίδης: Ας μη χρωματίζουμε με φόβο το υπέροχο δώρο της ζωής

Μετά από μία επιτυχημένη σειρά παραστάσεων στο θέατρο ΑΚΡΟΠΟΛ και μία απολαυστική καλοκαιρινή περιοδεία, ο “Κουρέας της Σεβίλλης” σε σκηνοθεσία Σοφίας Σπυράτου ανεβαίνει στη Θεσσαλονίκη για δύο μοναδικές παραστάσεις στο Θέατρο Γης. Λίγο πριν την επιστροφή του στην αγαπημένη του πόλη, ο Φάνης Μουρατίδης μοιράζεται μαζί μας τις σκέψεις του για  τον έρωτα και την αβεβαιότητα, τον ενθουσιασμό του για τη συμμετοχή του στη σειρά Maestro αλλά και τις αναμνήσεις του από τα χρόνια του στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος.

Ο «Κουρέας της Σεβίλλης» θεωρείται ένα από τα διασημότερα κωμικά έργα της όπερας, με μουσικά θέματα γνωστά σχεδόν σε όλους μας. Πώς έχουν ενσωματωθεί στοιχεία της σημερινής εποχής στη συγκεκριμένη παράσταση, έτσι ώστε να επιτευχθεί μία ισορροπία ανάμεσα στο κλασικό και το σύγχρονο;

Αφενός, το ενδυματολογικό και αισθητικό αποτέλεσμα σίγουρα παραπέμπει στην εποχή του έργου, ωστόσο ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται δεν είναι αμιγώς κλασικός, αλλά πιο ευφάνταστος και σίγουρα πιο σύγχρονος. Αφετέρου, έχουμε ενσωματώσει νέα στοιχεία τόσο σε επίπεδο κειμένου όσο και σε επίπεδο μουσικής, αφού, πέρα από τα κομμάτια του Ροσσίνι, η παράσταση περιλαμβάνει και καινούριες, πρωτότυπες μελωδίες που έχει γράψει ο Μιλτιάδης Παπαστάμου. Γενικώς, η δική μου αίσθηση είναι ότι όλο το ύφος, η ενέργεια, η χαρά και το πανηγύρι που λαμβάνει χώρα επί σκηνής χτίζει μία γέφυρα που μας επιτρέπει να επικοινωνήσουμε σήμερα στο κοινό αυτό το πρωτόλειο θεατρικό κείμενο. Και στην παραπάνω διαδικασία, πολύ σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η δυναμική της ομάδας, όπως δημιουργήθηκε διά χειρός της σκηνοθέτιδάς μας, Σοφίας Σπυράτου.

Εσείς υποδύεστε τον Ντοτόρε Μπαρτόλο, τον «κακό» της υπόθεσης με έναν ιδιαίτερα στρυφνό χαρακτήρα. Για ποιους λόγους θεωρείτε ότι μπορεί ο θεατής να αισθανθεί κάποια συμπάθεια προς το πρόσωπό του;

Μα φυσικά γιατί είναι ερωτευμένος! Εδώ έχουμε έναν μεγάλο άνθρωπο, ο οποίος έχει πάρει υπό την προστασία του ένα μικρό, ορφανό κοριτσάκι, και το έχει μεγαλώσει μέσα στο σπίτι του με σκοπό να το παντρευτεί. Μπορεί η Ροζίνα να διαθέτει μεγάλη περιουσία, ωστόσο ο Μπαρτόλο δεν αντιμετωπίζει την κατάσταση καθαρά συμφεροντολογικά. Η δική μας ανάγνωση του έργου φέρει μία πιο ρομαντική διάσταση, διότι ο άνθρωπος αυτός είναι πράγματι ερωτευμένος με την κοπέλα. Όμως, τα νιάτα έχουν τη δική τους δυναμική, και η Ροζίνα ερωτεύεται κεραυνοβόλα τον κόμη Αλμαβίβα, ο οποίος με τη βοήθεια του κατεργάρη Φίγκαρο, θα κάνει τα πάντα για να την απομακρύνει από τα χέρια του Μπαρτόλο. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι όλη η διαπλοκή της ερωτικής μας ιστορίας καθώς και τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν παραπέμπουν σε μία σειρά από αρχετυπικές έννοιες που είναι χαρακτηριστικές για τα κείμενα της συγκεκριμένης εποχής, κατ’ αντιστοιχία με την πριγκίπισσα, τον πρίγκιπα και τον κακό των παραμυθιών που διαβάζαμε ως παιδιά.

Συμμετέχετε σε μία παράσταση που έχει ως κεντρικό της θέμα τον έρωτα. Πόσο ρομαντικοί θεωρείτε ότι παραμένουμε σήμερα;

Τα τελευταία χρόνια, ίσως να έχουμε χάσει λίγο τη διάθεση για υπέρβαση στην οποία μας βάζει ο έρωτας, αυτό δηλαδή το συναίσθημα που σε ξεπερνά, που σε οδηγεί να κάνεις το άλμα εκεί που μέχρι χθες φοβόσουν να κάνεις το βήμα. Ζούμε σε μία εποχή όπου μας επιτρέπεται μία τεράστια πρόσβαση στην πληροφορία και όπου η εικόνα παίζει έναν δυνατό, καταλυτικό ρόλο. Μπορεί οι άνθρωποι να επικοινωνούν πιο άνετα μέσα από το διαδίκτυο, η ζωντανή επαφή όμως φέρνει μία αμηχανία, ένα βραχυκύκλωμα. Ωστόσο, μιλώντας με νεότερα παιδιά, διαπιστώνω ότι εμφανίζεται εκ νέου μία αναγκαιότητα για εξιδανίκευση, και αυτό είναι όμορφο διότι κάπως πρέπει να κινητοποιηθεί ο μηχανισμός της ερωτικής διαδικασίας. Ελπίζω να μην είναι μόνο μία δική μου κρυφή επιθυμία και πραγματικά να υπάρχει μία τέτοια τάση, γιατί αν δεν είναι ο έρωτας αυτό που θα μας κινητοποιήσει να τείνουμε προς το πιο υψηλό, που θα μας βγάλει από το comfort zone μας, τότε δεν ξέρω τι άλλο μπορεί να το κάνει. Και η στάση αυτή συμπεριλαμβάνεται σε έναν γενικότερο τρόπο ζωής, συνυφασμένο με τη δημιουργικότητα. Για μένα, ο έρωτας θέτει μία υπόσχεση δημιουργίας, είτε απευθύνεται σε ένα πρόσωπο, είτε αφορά μία εργασία, ένα τοπίο ή οτιδήποτε άλλο. Ο ερωτικός τρόπος ζωής είναι αυτό που μας παρακινεί να προχωράμε συνεχώς μπροστά. Καταλαβαίνω την αξία της εικονικής πραγματικότητας, αλλά όλα θέλουν τα όριά τους, γιατί δεν θέλω να σκέφτομαι ότι μπορούμε να ζήσουμε την υπόλοιπη ζωή μας μπροστά σε μία οθόνη και να αποκοπούμε από όλα τα υπόλοιπα.

Μετά από δύο χρόνια πανδημίας, ακούγονται όλο και περισσότερες φωνές που λένε ότι έρχεται ένας ακόμη δύσκολος χειμώνας. Κάτω αυτές από τις συνθήκες, πιστεύετε ότι το κοινό θα έχει μεγαλύτερη ανάγκη για επαφή με την τέχνη;

Θα μου άρεσε πάρα πολύ αυτή η σκέψη, αλλά για να είμαι ειλικρινής, είναι κάτι που δεν μπορώ να το ξέρω… Δυστυχώς όμως ζούμε από την εποχή της οικονομικής κρίσης του 2011 με την ιδέα του επόμενου, πιο τρομακτικού σεναρίου. Ακολούθησε η περίοδος των μνημονίων, μετά ήρθε ο COVID, μετά ο πόλεμος και τώρα μιλάμε για το φετινό φθινόπωρο. Ωστόσο, δεν θέλω να είμαι απαισιόδοξος. Αντιθέτως θεωρώ ότι μας τρομάζει περισσότερο αυτό που σκεφτόμαστε ότι θα μας συμβεί, παρά αυτό που θα συμβεί στην πραγματικότητα. Για παράδειγμα, ο κορωνοϊός ήταν ένα τρομακτικό γεγονός, σπαρακτικό για πάρα πολλές οικογένειες. Την ίδια στιγμή, όμως, ήταν και αποκαλυπτικός, αφού είδαμε την φύση να παίρνει τα πάνω της, τις πόλεις μας πιο ήρεμες, και πολλούς ανθρώπους να ισχυροποιούν τις σχέσεις με τις οικογένειές τους ή να ανακαλύπτουν πτυχές του εαυτού τους που δεν γνώριζαν πριν. Επιπλέον, η παγκόσμια κοινότητα αντέδρασε πολύ γρήγορα σε ένα συλλογικό πρόβλημα, γεγονός που μας έφερε πιο κοντά. Αυτά είναι κάποια αισιόδοξα μηνύματα που λάβαμε από την περίοδο του κορωνοϊού και οφείλουμε να τα κρατήσουμε. Γενικώς, πολλές φορές φτάνουμε στο σημείο να ζούμε συνεχώς με έναν φόβο, και έτσι χάνουμε ωραίες στιγμές που δεν θα ξαναέρθουν. Απέναντι στον επόμενο τρόμο, λοιπόν, ας προετοιμαστούμε στον βαθμό που δεν ακυρώνεται η δυνατότητά μας να βιώσουμε το υπέροχο δώρο της ζωής. Ο χρόνος που μας έχει δοθεί είναι σπουδαίο αγαθό, ας μην τον χρωματίζουμε με φόβο, γιατί ο φόβος θα γίνει εμμονή, θα γίνει εθισμός και θα ηδονιζόμαστε με το χειρότερο. Όσον αφορά στο ρόλο της τέχνης, η δική μας τουλάχιστον δέσμευση ως ηθοποιοί είναι ότι θα βάλουμε το κοινό σε ένα σύμπαν όπου θα γελάσει, θα συγκινηθεί και θα αποσυμπιεστεί, και έτσι, με κάποιο μικρό τρόπο, κάτι θα έχει αλλάξει. Η δική μας δουλειά είναι να βγάλουμε τον θεατή από την ανησυχία με την οποία συνδιαλλέγεται καθημερινά, να κοιτάξει τη ζωή μέσα από το φίλτρο ενός ανθρώπου που έφυγε από μία δίνη που τον τραβούσε προς τα κάτω. Πλέον δεν είναι μέσα στο πρόβλημα, αλλά βρίσκεται σε ένα μαγνητικό πεδίο που του επιτρέπει να δει τα πράγματα πιο καθαρά και να αναζητήσει έναν τρόπο να τα διαχειριστεί μακριά από τον φόβο.

Μιλώντας για τα ζητήματα της αβεβαιότητας και της αλλαγής, ποια είναι η δική σας σχέση με το απρόβλεπτο;

Έχω κάποιες πληροφορίες που δουλεύουν στο μυαλό μου σταθερά, ωστόσο πιστεύω ότι το απρόβλεπτο είναι μέσα στη ζωή μας από τη μέρα που γεννιόμαστε. Η αλλαγή είναι μέρος της καθημερινότητάς μας, και τελικά επιβιώνει αυτός που βρίσκει τον τρόπο να τη χρησιμοποιεί για να προσαρμοστεί στις καινούριες συνθήκες. Απλώς ο άνθρωπος, στην προσπάθειά του να ζει με ασφάλεια, μπαίνει σε μία διαδικασία να εκλογικεύσει το αυτονόητο και καταλήγει να αντιλαμβάνεται τη ζωή σαν μία σταθερή γραμμή. Όμως το απρόβλεπτο και οι δυσκολίες είναι εκεί, και δεν σημαίνει ότι είναι πάντοτε για κακό. Μπορεί ένα εμπόδιο να σε βοηθήσει να εξελιχθείς, να σε φέρει πιο κοντά στον εαυτό σου και να σου δώσει τα εφόδια για να αποκτήσεις μία νέα δυναμική. Εν τέλει, αυτό που έχει σημασία είναι να είμαστε ευγνώμονες και να απολαμβάνουμε όσα αγαθά μας προσφέρονται κάθε μέρα.

Εκτός από το θέατρο, φέτος θα σας απολαύσουμε και στην τηλεόραση μέσα από τη νέα σειρά του Χριστόφορου Παπακαλιάτη. Τι έχετε κρατήσει από την εμπειρία της συνεργασία σας;

Τη φετινή χρονιά είχα την τύχη να πραγματοποιήσω δύο πάρα πολύ ωραίες συνεργασίες, μία μέσα από τον “Κουρέα της Σεβίλλης” και μία ακόμη μέσα από τον Maestro. Κάθε έργο αποτελεί μία ευκαιρία για να συναντηθώ ξανά με ανθρώπους που εκτιμώ. Ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος είναι αδερφός μου, η Σοφία Σπυράτου είναι μία τεράστια κυρία του θεάτρου, και όλος ο θίασος αποτελείται από συνεργάτες που εκτιμώ και θαυμάζω απεριόριστα. Για τον Χριστόφορο Παπακαλιάτη έχω να πω ότι είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο στην ελληνική τηλεόραση. Είναι ένας χαρισματικός storyteller, ολοκληρωμένος σαν καλλιτέχνης, με απίστευτες γνώσεις στους τομείς της παραγωγής, της υποκριτικής, της σκηνοθεσίας, του σεναρίου, του μοντάζ και της μουσικής επιμέλειας. Διαχειρίζεται περισσότερα από 40 άτομα με εξαιρετικό τρόπο, ζητά πάντοτε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα χωρίς να κάνει την παραμικρή έκπτωση στην ποιότητα της δουλειάς του, είναι πάντοτε παρών για να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα και γνωρίζει πολύ καλά πώς να αναλαμβάνει την ευθύνη για το έργο του. Δεν είναι τυχαίο που όλη η ομάδα είναι συντονισμένη συνειδητά στο όραμα που έχει θέσει ο Χριστόφορος. Όσο αξιοθαύμαστη κι αν είναι η καλλιτεχνική αξία ενός ανθρώπου, για εμένα δεν λέει τίποτα αν δεν συνοδεύεται από μία προσωπικότητα που θέλει να προσφέρει, να στηρίζει και να υπηρετεί τους συνεργάτες και του ανθρώπους γύρω του. Αυτά τα χαρακτηριστικά τα βλέπω σε πολύ ωραίο επίπεδο στον Χριστόφορο, γι’ αυτό και τον κατατάσσω ανάμεσα στους επαγγελματίες που αξίζει να ξεχωρίζουμε.

Κατάγεστε από τη Θεσσαλονίκη και είστε απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του ΚΘΒΕ. Τι αναμνήσεις έχετε από την εποχή σας στο θέατρο της πόλης μας;

Για μένα και τους συμμαθητές μου, το Κρατικό Θέατρο ήταν το ζαχαροπλαστείο των ονείρων μας. Η πρώτη εικόνα που έχω είναι από το φουαγιέ των ηθοποιών το 1989, κατά τη διάρκεια του διαλείμματος ανάμεσα σε μία διπλή παράσταση που έπαιζε εκείνη την ημέρα. Εκεί, βλέποντας όλα τα μέλη ενός θιάσου ντυμένα με τα ρούχα της παράστασης και συγκεντρωμένα σε μία θαλπωρή, ακαριαία σαν να άνοιξε μία πόρτα μέσα μου, και ξεκίνησα να ονειρεύομαι ότι θα βρεθώ και εγώ στη σκηνή του θεάτρου αυτού. Το βλέπω όπως το πατρικό μου σπίτι, αφού με άνδρωσε καλλιτεχνικά. Συμμετείχα σε πάρα πολλές παραγωγές, έζησα εμπειρίες, έμαθα τόσα από τους καθηγητές μου και συνδέθηκα με πάρα πολλούς ανθρώπους. Το θέατρο αυτό μου προσέφερε τα εφόδια, την παρακαταθήκη και την αυτοπεποίθηση που μου χρειαζόμουν για να κατέβω στην Αθήνα και να παίξω σε μεγάλες σκηνές. Είναι ένας χώρος που υπηρετώ όποτε μου δοθεί η δυνατότητα και για όσο διάστημα μπορώ να το κάνω. Μου αρέσει να παρακολουθώ τι γίνεται στο Κρατικό Θέατρο, και είναι πάντοτε η πρώτη μου προτίμηση για συνεργασία όταν ανεβαίνω με παραστάσεις. Συνιστά έναν θεσμό που έχει τη δομή και τη δυναμική να αλλάξει τα καλλιτεχνικά πράγματα στην πόλη, και εύχομαι ολόψυχα στον Αστέρη Πελτέκη να τα καταφέρει, γιατί είναι ένας άνθρωπος που διαθέτει την όρεξη και τα εχέγγυα για να κάνει τη διαφορά. Εγώ έφυγα το 1997 από τη Θεσσαλονίκη και άφησα την πόλη σε ένα πολύ υψηλό επίπεδο στον χώρο του πολιτισμού. Κάθε φορά που ανεβαίνω, έρχομαι με τα μάτια του παιδιού που έφυγε, και δυστυχώς αυτό που βλέπω με στενοχωρεί. Γι’ αυτό ας κάνει ο καθένας από εμάς αυτό που πρέπει, ας αναλάβει την ευθύνη του και ας βάλει το χέρι του για να προσφέρει το καλύτερο στην ιστορική αυτή πόλη, ώστε να αξιοποιηθούν οι φοβερές δυνατότητες της.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

Ο Κουρέας της Σεβίλλης
Πότε: 9-10 Σεπτεμβρίου 2022
Πού: Θέατρο Γης
Ώρα έναρξης: 21:00
Εισιτήρια: 20€ και 15€
Προπώληση: Viva.gr – Ταμείο Θεάτρου – Εκδοτήρια Βασιλικού Θεάτρου – Εκδοτήρια Πλατείας Αριστοτέλους