Θεσσαλονίκη μου, μεγάλη «μπαντομάνα». Ο στίχος δεν γράφτηκε ποτέ, αλλά η παράφρασή του είναι πέρα για πέρα αληθινή. Η πόλη, που κουβαλά μία σημαντική μουσική ιστορία, αποτελεί εδώ και χρόνια «φυτώριο» συγκροτημάτων. Ο λόγος; Ίσως το ότι εδώ, ευδοκιμούν περισσότερο οι παρέες.
My Excuse
Είστε στην πρώτη γραμμή της μουσικής σκηνής της Θεσσαλονίκης εδώ και 20 χρόνια. Τι διαφορά έχουν οι My Excuse του 2001 και του 2021; Όπως επιτάσσουν τα νιάτα, οι My Excuse του 2001 ήταν πεινασμένοι να τα ζήσουν όλα και να κατακτήσουν στόχους. Παρασυρθήκαμε μέσα σε όλο αυτό που λέγεται rock n’ roll για 15 χρόνια με μια ανεξέλεγκτη αφοσίωση, η οποία μας οδήγησε να κατακτήσουμε πολλούς από αυτούς. Το πρώτο ελληνικό γκρουπ που έφτασε στις Η.Π.Α., την περιοδεύσαμε τρεις φορές με βαν με πάνω από 250 εμφανίσεις και ηχογραφήσαμε έναν δίσκο με τον παραγωγό πολλών από τα είδωλά μας (TOOL, RHCP, SOUNDGARDEN, MUSE). Παράλληλα, κάναμε και αρκετά από τα λάθη που κάνουν το 99.9% των γκρουπ που βιώνουν κάποιου είδους αναγνώριση. Μας πρόλαβε η ηλικία και η κούραση του να ζεις στους δρόμους. Το 2021 αποδεσμευμένοι από την πίεση της επιτυχίας και με την αίσθηση ότι το ζήσαμε στο έπακρο και γράψαμε μια αξιοπρεπή ιστορία, μπορούμε και απολαμβάνουμε ξανά το συναίσθημα που σου δίνει το να παίζεις μουσική για τον εαυτό σου με τρεις φίλους. Αυτό κάνουμε τα Σάββατα στο Malt & Jazz. Δεν είχαμε προλάβει να το κάνουμε ποτέ αυτό, οπότε το ζούμε τώρα. Back to the roots… και είναι άκρως ικανοποιητικό.
Είστε μία αγγλόφωνη μπάντα στην Ελλάδα. Αυτό ήταν κάτι που σας δυσκόλεψε ή τελικά ήταν εκείνο που σας βοήθησε να δραστηριοποιηθείτε εκτός συνόρων; Εάν δεν ήμασταν αγγλόφωνη μπάντα, δεν θα συζητούσαμε για πορεία στην Αμερική. Εάν δεν ήταν Αμερικανός ο τραγουδιστής μας δεν θα «έπειθε» ο ήχος μας στην Αμερική και ούτε θα είχαμε πετύχει κάτι ουσιαστικό. Από εκεί και πέρα, ούτε εμπόδισε, ούτε βοήθησε η Ελλάδα. Απλώς έτυχε να γεννηθούμε εδώ και περάσαμε πάρα πολλά χρόνια δουλεύοντας ως «διασκευομπάντα» ώστε να εξοικονομήσουμε τα χρήματα για να βρεθούμε την πρώτη φορά στην Αμερική, στο κέντρο των εξελίξεων. Σίγουρα είναι διαφορετικό να ξεκινάς στα 18 σου στη Νέα Υόρκη και όχι στη Θεσσαλονίκη. Δεν φταίει, όμως, η Ελλάδα που δεν παίζουμε τη μουσική που αγαπάει. Εμείς το επιλέξαμε. Αν μη τι άλλο, το μικρό κοινό που μας αγάπησε μας έδωσε φτερά και μας στήριξε και οικονομικά για να κυνηγήσουμε τα όνειρά μας.
Η Θεσσαλονίκη είναι «φυτώριο» συγκροτημάτων.Πιστεύετε ότι μία ομάδα έχει περισσότερη δυναμική από έναν σόλο καλλιτέχνη; Σήμερα, το δεύτερο. Υπήρχε, λένε, ένας σημαντικός δάσκαλος στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης που όταν δεν έπαιζες καλά το μάθημά σου, σου έλεγε: «Έχεις σκεφτεί ότι ίσως θα ήταν καλύτερο να γίνεις Dj;». Και είχε απόλυτο δίκιο… τουλάχιστον εμπορικά. Η Θεσσαλονίκη… ήταν φυτώριο συγκροτημάτων. Σήμερα, δεν υπάρχουν τα studio της Ναυαρίνου και δεν βλέπουμε πολλούς πιτσιρικάδες να κουβαλάνε κιθάρες στον δρόμο. Εάν θέλεις ως γκρουπ να παίξεις live, έμειναν μόνο τρεις χώροι, το Malt, το Καφωδείο και το Rover. Η ευκολία του να δημιουργείς με ένα λάπτοπ που τα κάνει όλα σχεδόν μόνο του χωρίς να θέλει ιδιαίτερο μουσικό ταλέντο και η βεβαιότητα με την οποία οι επιχειρηματίες θα επιλέγουν πάντοτε τον πιο οικονομικό Dj ή τον σόλο τραγουδιστή με το λάπτοπ που τα παίζει όλα, δεν αφήνει χώρο για ομάδες. Ο κόσμος δεν καταλαβαίνει πλέον τη διαφορά, ή δεν ενδιαφέρεται. Οπότε καλλιτεχνικά, ναι, η ομάδα έχει άλλη δυναμική, το συνιστώ ανεπιφύλακτα και θα σου αλλάξει τη ζωή. Δεν υπάρχει η αίσθηση του να δημιουργείς μουσική από το μηδέν μαζί με άλλους, σε πραγματικό χρόνο… αλλά θα τη βγάζετε στο προβάδικο να κάνετε χάι φάιβς για το πόσο καλοί είστε. Και είναι δύσκολο. Θέλει χρόνια, μελέτη, απογοήτευση και ιδρώτα μέχρι να αρχίσετε να ακούγεστε κάπως καλοί. Οπότε, το λάπτοπ είναι πολύ πιο δελεαστικό. Άμα θέλεις, λοιπόν, να δουλεύεις συχνά, πάρε ένα μικρόφωνο κι ένα tablet ή μάθε να πατάς το «play» και να δουλεύεις τα fader.
Ποια είναι τα στοιχεία ενός επιτυχημένου live; Η ανταλλαγή συναισθημάτων και η επικοινωνία με το κοινό, μπλα, μπλα μπλα… αλλά για να γίνει αυτό πρέπει πρώτα να ξέρεις τι κάνεις πάνω στο stage, να έχεις βρει ποιος είσαι και να νιώθεις άνετα με αυτό. Πρέπει να πείθεις ότι αυτό που παίζεις, αυτά που τραγουδάς, τα καταλαβαίνεις, τα έχεις βιώσει και τα νιώθεις στο πετσί σου. Πρέπει να είσαι τόσο βέβαιος γι’ αυτό που κάνεις, που να έχεις φτάσει στο σημείο να μη σε ενδιαφέρει καν ποιος είναι από κάτω, πώς φαίνεσαι και αν τους αρέσει. Τότε το live πετυχαίνει μόνο του… είτε σε ξέρουν, είτε δεν σε ξέρουν, είτε ξέρουν τα τραγούδια, είτε ακούνε ξένα ή ελληνικά. Αυτό. Και καλό φωτιστή!
Stringless
Πώς προέκυψε το όνομα του συγκροτήματος;
Αναζητώντας ανάμεσα από Γαλιάνδρες, Μέδουσες, Λερναίες Ύδρες και άλλα μυθικά γυναικεία ονόματα, μεταξύ αστείου και σοβαρού, πετάγεται μία και λέει: «Φανταστείτε 6 Στρίγγλες πάνω σε μια σκηνή…». Αυτό ήταν. Μας ταίριαζε και το κρατήσαμε.
Ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία στο να κάνεις μία live εμφάνιση χωρίς μουσικά όργανα;
Υπάρχουν πολλές δυσκολίες για τη φωνή. Το πιο σημαντικό είναι να μπορούμε να ακούμε καλά, να επικοινωνούμε και να μοιραζόμαστε τα συναισθήματά μας με τους ανθρώπους που έχουν έρθει να μας ακούσουν. Όταν αυτά λείπουν, δυσκολευόμαστε. Ως Stringless όμως, βρίσκουμε τρόπο να γκρεμίζουμε κάθε εμπόδιο!
Είστε έξι γυναίκες που τραγουδάτε σαν ένα σύνολο. Ποιο είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της κάθε μίας που βοηθά στην επιτυχία του συγκροτήματος;
Μέσα στο συγκρότημα η κάθε μία έχει συμβάλει στη διαμόρφωση τόσο του μουσικού ύφους όσο και του γενικότερου στιλ των Στριγγλών. Είναι σαν ένας καμβάς που η κάθε μία έχει στολίσει με το χρώμα και την ιδιαίτερη προσωπικότητά της. Η Αλμπένα με τις τρελές και πρωτότυπες ιδέες της, η Έλσα με τη δυναμικότητα και τη σταθερότητα που έχει, η Βασιλική με την πηγαία μουσικότητα σε συνδυασμό με τις γνώσεις και την αμεσότητά της, η Κατερίνα με τη θεατρική άνεση και την πιστή προσήλωση σε αυτό που αγαπά, η Στέλλα με το πείσμα της και τη γνησιότητα στην έκφρασή της και η Δωροθέα με την ευαισθησία και τη ρομαντική χροιά της. Μέσα από όλες αυτές τις αντιθέσεις ή και τα σημεία ταύτισης στην ψυχοσύνθεση του σχήματος, η έκφραση έρχεται και ωριμάζει και η δημιουργικότητα ανατροφοδοτείται κυκλικά. Ίσως αυτό είναι η ουσία, αλλά και η επιτυχία.
Πείτε μας μία ιστορία πίσω από ένα τραγούδι σας
«Το τανγκό της Στρίγγλας» είναι ένα τραγούδι που γράφτηκε ομαδικά, βασισμένο σε μια αρχική ιδέα της Βασιλικής. Ήταν μια πρόβα από αυτές που θεωρούσαμε ότι δεν πρόκειται να βγει δουλειά, γιατί ήμασταν κουρασμένες. Όταν, όμως, ακούσαμε την ιδέα, να περιγράψουμε δηλαδή έξι τύπους γυναικών, έξι στρίγγλες, τα στιχάκια ξεπηδούσαν το ένα μετά το άλλο αβίαστα! Περιττό να ειπωθεί ότι το γέλιο που ρίχναμε καθώς συμπληρώναμε η μία την άλλη ήταν ατελείωτο. Η ταύτιση των στίχων με χαρακτηριστικά της καθεμίας, ήταν σχεδόν αυτόματη. Προφανώς με μεγάλη δόση υπερβολής… Με τούτα και με κείνα, μια πρόβα που ήταν προδιαγεγραμμένη να διαλυθεί με κακή διάθεση από όλες, κατέληξε να γεννήσει το πιο χαρακτηριστικό κομμάτι για το σχήμα. Στιχουργικά αλλά και μουσικά, αφού γίνονται αναφορές και σε είδη μουσικής που αποτελούν βίωμά μας, έστω και διακωμωδώντας τα.
Tuflon
Πώς θα εξηγούσατε σε κάποιον τι είδος μουσικής παίζετε;
Εξηγώντας το είδος της μουσικής μας σίγουρα μιλάμε για ένα συνονθύλευμα, μία μείξη από διάφορα είδη μουσικής, κυρίως σύγχρονα όπως Nu-Funk, Jazztronica, Post-Rock, Ambient-Ρsychedelic Pop και φυσικά μιλάμε για μία, επί το πλείστον, instrumental μπάντα.
Πείτε μας λίγα λόγια για τον πρώτο σας δίσκο και γιατί έχει εξώφυλλο ένα ζελεδάκι αρκουδάκι;
Μαζέψαμε τις πιο ενδιαφέρουσες ηχογραφήσεις και στην ουσία κάναμε μία επιλογή των δυνατών στιγμών της μπάντας στα τελευταία χρόνια της. Έτσι, καταλήξαμε στην επιλογή τεσσάρων κομματιών, δύο παλαιότερα και δύο πιο πρόσφατα, τα πιο αντιπροσωπευτικά μας μέχρι στιγμής. Γιατί ζελεδάκι; Γιατί όχι;! Η ιδέα ήταν του φίλου μας και συνεργάτη Βασίλη Μητσιόπουλου (Replica), ο οποίος μας πρότεινε να βάλει στο εξώφυλλο μία ρέπλικα από το συγκεκριμένο αρκουδάκι, βλέποντας, μέσα από τη δική του οπτική, ότι κατά κάποιο τρόπο ταιριάζει με τα κομμάτια του δίσκου και την αισθητική μας γενικότερα. Μας άρεσε και εμάς πολύ η ιδέα, οπότε το ζελέ έδεσε!
Πώς καταφέρνετε να διατηρείτε τη δυναμική της ομάδας μετά από 14 χρόνια παρουσίας και με αλλαγές στα μέλη;
Μας αρέσει πολύ αυτό που κάνουμε. Είμαστε παράλληλα και φίλοι πέρα από band members και αυτό κάνει το πράγμα διαχρονικό. Οι εμφανίσεις που έχουμε κάνει τα 14 χρόνια ύπαρξής μας μπορεί να μην είναι πάρα πολλές, αλλά αρκούν για να μας κάνουν να θέλουμε να συνεχίζουμε να παίζουμε για άλλα τόσα χρόνια. Ειδικά τώρα που κυκλοφορήσαμε το πρώτο μας βινύλιο, η όρεξή μας είναι ακόμη μεγαλύτερη και συνάμα λόγος για να έχουμε πολύ σύντομα και το επόμενο.
Πείτε μας το πιο διασκεδαστικό απρόοπτο που σας έχει συμβεί πάνω στη σκηνή.
Έχει κάποια χρόνια που παίζαμε σε ένα μαγαζί ενός φίλου στα Γρεβενά. Ήταν περίοδος καρναβαλιών και στις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας συνηθίζεται να κυκλοφορούν ορχήστρες του δρόμου με χάλκινα πνευστά που μπαίνουν μέσα στα μαγαζιά και παίζουν. Περίπου στα μέσα του live και ενώ παίζαμε, πέρασε έξω από το μαγαζί μία τέτοια παρέα με χάλκινα. Για να μας κάνει πλάκα ο φίλος ιδιοκτήτης του μαγαζιού, τους φώναξε να μπουν μέσα και φυσικά έπιασαν κι αυτοί τα όργανά τους και καταλήξαμε να παίζουμε μαζί μέχρι το πρωί!
Συνεντεύξεις στη Μαρία Ζαμπέτη
*Αναδημοσίευση από το εξαμηνιαίο freepress περιοδικό του ΚΘΒΕ «ΠΡΑΞΗ» (XEIMΩΝΑΣ 2021-ΑΝΟΙΞΗ 2022)