Από τη μια η μουσική, από την άλλη τα κόμιξ, και στη μέση ο Παναγιώτης Πανταζής. O πολυτάλαντος καλλιτέχνης που βάλθηκε να μας ξυπνήσει από την υπαρξιακή μας νύστα, με retro visuals, ψαγμένους στίχους και «πιο γλυκά κι από μιράντα» μπιτ!
Πέρα από το δικό του μουσικό project, είναι μέλος των echo tides, μαζί με τον Γιάννη Αναγνωστόπουλο, την Καλλιόπη Μητροπούλου και τον Γιώργο Λυγουριώτη. Παράλληλα, guest φωνητικά σε τραγούδια του έχουν κάνει καλλιτέχνιδες όπως η Melentini και η Nalyssa Green. Στο πολυδιάστατο σύμπαν του Pan Pan δεν έχουν σημασία οι ηλικίες, τα φύλα, οι ταμπέλες, τα στερεότυπα. Κάθε άνθρωπος βρίσκει μια θέση, κάτι να αγαπήσει, κάπου να ακουμπήσει. Και ίσως αυτή είναι η μεγαλύτερη κατάκτηση του συγκεκριμένου δημιουργού, μαζί βέβαια με το γεγονός ότι για να βρει την επιτυχία δεν πήρε τη mainstream λεωφόρο των μεγάλων δισκογραφικών, αλλά το DIY μονοπάτι που περνάει από τα social media και τις ψηφιακές πλατφόρμες, τα stories και τα shares. Ένα μοίρασμα που αποκτά και φυσική υπόσταση στα μοναδικά live του! Από τη σκηνή διαχέεται μια μαγική συγκολλητική ουσία που ενώνει ανθρώπους, βιώματα και ιστορίες, για να τους χτυπήσει σαν ρεύμα στην πίστα.
Πότε και πώς αποφάσισες τι θες να γίνεις όταν μεγαλώσεις;
Δε νομίζω πως μπορώ να είμαι μόνο ένα πράμα και δεν νιώθω πως θα τελειώσει ποτέ αυτό, αλλά σίγουρα μια κομβική στιγμή ήταν όταν είδα πόσο δε μου άρεσε η εργασιακή πραγματικότητα της αρχιτεκτονικής που είχα σπουδάσει. Τότε ήξερα πως δε θα γίνω αυτό.
Μουσικός ή κομίστας; Πού νιώθεις περισσότερο εσύ;
Όσο βάζω το 100% της ενέργειάς μου σε ό,τι καταπιάνομαι, δε θα χρειαστεί να διαλέξω.
Όταν άκουσα τo «Φωτιά στις κεραίες» αισθάνθηκα ότι με ένα τραγούδι είπες όσα προσπαθούσα να πω χρόνια στην ψυχολόγο μου. Φαντάζομαι πολλοί άνθρωποι νιώθουν κάπως έτσι με τα τραγούδια σου. Είναι βιωματικοί οι στίχοι σου;
Σε μεγάλο βαθμό ναι. Κι εγώ κάποια από αυτά τα θέματα που προσεγγίζω στους στίχους μου είναι πράματα που έχω συζητήσει με τον δικό μου ψυχολόγο.
Η «Ανισόπεδη ντίσκο» είναι ένα dance anthem με στίχους – λεπίδες. Πώς καταφέρνεις να μιλάς για τόσο σοβαρά πράγματα με τόσο ευχάριστο τρόπο;
Γενικότερα μου είναι πιο εύκολο να διαχειριστώ κάποια πράγματα όταν τα έχω απέναντί μου, παρά μέσα μου. Δε θέλω να ωραιοποιήσω κάτι, μόνο να το κάνω πιο διαχειρίσιμο.
Το κοινό σου είναι ετερόκλητο. Από τζεν έξερς μέχρι εικοσάχρονα παιδιά, που δεν είναι αγόρια μα ούτε κορίτσια, αλλά είναι υπέροχα όντας απλά ο εαυτός τους. Αυτή η προφανής αγάπη της queer κοινότητας ήταν κάτι που επιδίωξες;
Είμαι πολύ περήφανος που όλα αυτά τα παιδιά νιώθουν ασφάλεια στα live και στη μουσική μου γενικότερα. Όχι μόνο τα queer άτομα, όλα τα παιδιά: τα ντροπαλά, τα πιο εσωστρεφή, τα πιο loud κλπ. Το σκεφτόμουν για καιρό, πώς γίνεται να συμβαίνει αυτό, τι κοινός τόπος υπάρχει ανάμεσα σε έναν straight άντρα στα 40 που η καθημερινότητά του περιστρέφεται γύρω από τις ρουτίνες και τις εκπλήξεις που φέρνει το μεγάλωμα των παιδιών του και σε ένα 20χρονο queer παιδί που ισορροπεί ανάμεσα στην καταπίεση που δέχεται και στη λάμψη που νιώθει ότι μπορεί να εκπέμψει. Τελικά είναι η ενσυναίσθηση που λειτουργεί αμφίδρομα. Δεν είναι το κυριολεκτικό περιεχόμενο των στίχων, είναι η αγάπη που μας ενώνει με τους κοντινούς μας ανθρώπους, ο θυμός για τα στραβά που μας έχουν φορέσει ως κανονικότητα, και γενικότερα η αναζήτηση για μια ζωή απαλλαγμένη από βαρίδια. Φυσικά, δε θα μπορούσα να επιδιώξω κάτι τέτοιο ως σύνδεση, δε μπορείς ως καλλιτέχνης να δημιουργείς με κριτήριο το τι θέλει το κοινό, αλλά μόνο με βάση το τι θες να βγάλεις από μέσα σου. Και αν υπάρχει κόσμος να το ακούσει, θα βρει τον δρόμο του.
Πόσο σημαντική είναι για σένα η καλή παρέα στη δημιουργία;
Είναι το πιο σημαντικό από όλα. Περισσότερο με νοιάζει να μπορούμε να πούμε δυο κουβέντες παρά η καλλιτεχνική αρτιότητα, όπως κι αν ορίζεται αυτή.
«Το τελευταίο όριο – το δέρμα τεντωμένο – και περιμένω να ανοίξει η πληγή/ να ανθίσει η πληγή». Σε μια εποχή που παίζει διαρκώς με τα όριά μας, πώς μπορούν οι συλλογικές μας πληγές να ανθίσουν;
Είναι κάτι που αναζητώ κι εγώ. Νομίζω ο ένας δρόμος είναι να σταματήσουμε να νιώθουμε άσχημα για τον θυμό για όσους μας πλήγωσαν, αλλά σίγουρα δεν είναι ο μόνος.
Οι Pulp που άκουγες στο αμάξι ανακοίνωσαν εμφάνιση στην Αθήνα. Ποιο είναι το μεγαλύτερο συναυλιακό σου απωθημένο; Και ποια η κορυφαία σου συναυλιακή εμπειρία;
Η αλήθεια είναι πως οι Pulp στην Μαλακάσα το 12 ήταν κάτι μαγικό. Αυτά που έχω νιώσει σε διάφορα live των Κόρε. Ύδρο. και των GY!BE επίσης τα θεωρώ πολύτιμα. Κendrick Lamar στο Ο2 του Manchester ήταν ενδιαφέρουσα εμπειρία που την περίμενα πώς και πώς αλλά με 20.000 κόσμο νιώθω ότι κάπου χάθηκε η μπάλα. Θα ήθελα να έχω δει Beastie Boys ή Μωρά στη φωτιά σε μικρό μαγαζί όταν ξεκινούσαν.
Μοιράσου μαζί μας κάτι συναρπαστικό με το οποίο καταπιάστηκες πρόσφατα.
Το νέο μου κόμικ «Καπετάν Μιχάλης» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα. Είναι διασκευή σε κόμικ του μυθιστορήματος του Νίκου Καζαντζάκη. Κάτι για το οποίο δούλευα για 15 μήνες και για το οποίο ανυπομονούσα, καθώς μου επιτρέπει να μοιραστώ τη ματιά μου πάνω σε κάτι τόσο κλασικό.
Στη ζωή τελικά το παν είναι…
Η αγάπη με τους ανθρώπους μας.
Συνέντευξη : Μαρία Παντελίδου