“Μην ψάχνεις πια αλλού, εδώ είναι το ταξίδι”, “Μαζί μου έλα, πάνω απ’ τα σύννεφα”, “Από πείσμα και τρέλα θα ζω σε τούτη τη χώρα, ώσπου να ‘βρω νερό”. Τα τραγούδια του Νίκου Πορτοκάλογλου έχουν αγαπηθεί από γενιές και γενιές, καθώς συνδυάζουν τον ροκ ήχο με τον ελληνικό στίχο και την ήρεμη δύναμη του δημιουργού τους. Ο καταξιωμένος τραγουδοποιός γιορτάζει την επιτυχημένη του πορεία στον χώρο της μουσικής προσκαλώντας το κοινό της Θεσσαλονίκης σε μία ξεχωριστή συναυλία την Πέμπτη 23 Ιουνίου, στο Ανοιχτό Θέατρο Συκεών, όπου, μαζί με την καλλιτεχνική του παρέα, θα πραγματοποιήσουν μία αναδρομή σε όλη την πορεία του, από τα πρώτα ξεκινήματα μέχρι σήμερα.
Πείτε μας λίγα λόγια για τον τίτλο της περιοδείας. Από πού είναι εμπνευσμένος και γιατί τον επιλέξατε;
Βασίζεται στον τίτλο του τελευταίου τραγουδιού που κυκλοφόρησα, το “Ένα φως αναμμένο”. Αποφάσισα να δώσω τον συγκεκριμένο τίτλο τόσο στην περιοδεία όσο και στις χειμερινές παραστάσεις που πραγματοποιήσαμε, διότι εκπέμπει μία αισιοδοξία και μία ελπίδα. Τα τελευταία δέκα χρόνια, όλοι έχουμε περάσει πολύ δύσκολες καταστάσεις. Εκτός από την πανδημία, βιώσαμε και την οικονομική κρίση και δυσκολίες σε όλα τα επίπεδα – κοινωνικά, επαγγελματικά, πολιτικά. Επομένως, τα “Ένα νέο καλό” και “Ένα φως αναμμένο”, τα τραγούδια δηλαδή που έγραψα στο διάστημα της πρώτης καραντίνας και αποτελούν τα δύο πρώτα κομμάτια του νέου δίσκου που ετοιμάζω, αποπνέουν μία παρόμοια διάθεση γιατί αυτό ακριβώς βίωνα τότε, και, παρόλο που έχουν αλλάξει κάπως οι συνθήκες, εξακολουθώ να το βιώνω και τώρα. Είχα την ανάγκη να μιλήσω για κάτι αισιόδοξο, να ατενίσω το μέλλον με την ελπίδα ότι αυτό το ζόρι δεν θα συνεχιστεί για πολύ και θα βρούμε επιτέλους ένα ξέφωτο. Ευτυχώς, αυτό το καλοκαίρι δείχνει ότι τα πράγματα βελτιώνονται, τουλάχιστον για τον καλλιτεχνικό κόσμο, αφού ήταν ένας από τους επαγγελματικούς κλάδους που χτυπήθηκαν σκληρά. Φέτος οι μουσικοί κάνουν συναυλίες, οι άνθρωποι του θεάτρου ανεβάζουν παραστάσεις, και έτσι βελτιώνεται η διάθεσή μας και η ψυχολογία μας. Χαίρομαι διότι σε αυτό τον κύκλο συναυλιών έχω δίπλα μου το συγκρότημά μου, τους “Ευγενείς Αλήτες”, που είναι μία ομάδα καταπληκτικών νέων μουσικών. Στην παρέα μας είναι και ο Βύρων Τσουράπης από το “Μουσικό Κουτί” που παίζει μπάσο, τραγουδάει και γράφει πολύ ωραία τραγούδια, και είναι και η Βίκυ Καρατζόγλου, μία εξαιρετική νέα φωνή, η οποία ερμηνεύει και δικά μου κομμάτια αλλά και τραγούδια από το δικό της ρεπερτόριο.
Πρόκειται για μία σειρά συναυλιών γεμάτες με κλασικά κομμάτια αλλά και πρωτότυπους συνδυασμούς ελληνικών και ξένων τραγουδιών. Τι είναι αυτό που σας ωθεί στον μουσικό πειραματισμό και στον συνδυασμό ήχων που – εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον – φαίνονται αταίριαστοι;
Ο πειραματισμός αυτός ήταν μία ανάγκη, μία αγαπημένη μου ασχολία και ένα ενδιαφέρον παιχνίδι από πολύ νωρίς. Από τα χρόνια των ΦΑΤΜΕ ακόμη, μου φαινόταν πολύ διασκεδαστική πρόκληση να κοιτάζω τα παλιά τραγούδια που αγαπάω με έναν νέο τρόπο. Για παράδειγμα, προσπαθούσα να παίξω τα παλιά λαϊκά τραγούδια με την ηλεκτρική μου κιθάρα και με ένα συγκρότημα που έχει πιο ηλεκτρικό ήχο. Είναι ένα κομμάτι της ταυτότητάς μου, θέλω να συνδυάσω όλα αυτά που αγαπάω. Μπορεί παλιότερα κάποιοι να τα θεωρούσαν εντελώς αταίριαστα, αλλά, όσο περνάει ο καιρός, βλέπω ότι αυτός ο συνδυασμός εκτιμάται και απολαμβάνεται από το κοινό.
Κάθε εβδομάδα, έχουμε τη χαρά να απολαμβάνουμε τις καλλιτεχνικές παρέες που δημιουργείτε μαζί με τη Ρένα Μόρφη στο “Μουσικό Κουτί”. Σε ποια στοιχεία πιστεύετε ότι οφείλεται η επιτυχία της εκπομπής;
Όσοι με παρακολουθούσαν από παλιά, γνώριζαν ότι ο συνδυασμός ετερόκλητων στοιχείων είναι μέρος του εαυτού μου, οπότε, όταν έφτασε η στιγμή να στήσω το “Μουσικό Κουτί”, το μετέτρεψα σε ένα κομμάτι της ταυτότητας της εκπομπής. Εκεί το προχώρησα ακόμη παραπέρα και ξεκίνησα να φέρνω κοντά τα ξένα τραγούδια που αγαπώ με ελληνικά, λαϊκά, παραδοσιακά, έντεχνα και πιο σύγχρονα κομμάτια. Αναζητώ και βρίσκω τις εκλεκτικές συγγένειες ανάμεσα στις μελωδίες και τους ήχους, και αυτό αναδεικνύεται ιδιαίτερα στις ενάρξεις της εκπομπής που είναι και το αγαπημένο μου σημείο. Συνδυάζοντας δύο ή τρία τραγούδια διαφορετικών κόσμων και εποχών, από Τσιτσάνη, Καλδάρα και Σαββόπουλο μέχρι Rolling Stones και Bob Marley, αισθάνομαι ότι, εφόσον όλα ανήκουν στον κόσμο μου, σίγουρα υπάρχει η δυνατότητα να συνυπάρξουν με κάποιο τρόπο. Η αντίληψη ότι η καλή μουσική είναι μία και ότι οι μουσικοί βρίσκουν τρόπους να συνδυάζουν τα αταίριαστα έχει αναπτυχθεί πολύ από τον Γιάννη Δίσκο που κάνει τις ενορχηστρώσεις αλλά και από την μπάντα της εκπομπής, και φυσικά το έχει εκτιμήσει ο κόσμος που παρακολουθεί το “Μουσικό Κουτί”. Γενικώς, δεν είχα φανταστεί ποτέ τον εαυτό μου στην τηλεόραση, αλλά όταν έλαβα την πρόταση από την ΕΡΤ, άρχισα να σκέφτομαι πώς θα ήθελα να κάνω μία μουσική εκπομπή. Από παλιά, είχα ένα όνειρο να φτιάξω έναν χώρο – κάπου στο κέντρο της Αθήνας – που θα ήταν μεν δικό μου στούντιο, ταυτόχρονα όμως θα λειτουργούσε και ως σημείο συνάντησης μουσικών από διαφορετικά είδη και γενιές. Ένα είδος δηλαδή εργαστηρίου, ίσως και διδασκαλίας, για να παίζουμε μαζί και να ηχογραφούμε μαζί. Και τελικά, ήρθαν έτσι τα πράγματα και η ιδέα αυτή υλοποιήθηκε στην τηλεόραση. Ήταν κάτι μαγικό, διότι στήθηκε ένα ζεστό σπίτι-στούντιο, όπου “μία ομάδα μουσικών υποδέχεται άλλους μουσικούς για να πουν ιστορίες και να παίξουν μουσική”, όπως λέω στην εισαγωγή της εκπομπής. Οι καναπέδες, οι κουβέντες που βασίζονται στα προσωπικά βιώματα των καλεσμένων, η ενότητα “Εξερευνήσεις” μέσω της οποίας αναζητούμε νέους δημιουργούς που θα γράψουν τα τραγούδια του αύριο, και φυσικά το “Jukebox” στη διάρκεια του οποίου οι καλεσμένοι αποκαλύπτουν τις – συχνά ετερόκλητες – ρίζες τους. Νομίζω ήταν μία ευτυχής συγκυρία και οργανώθηκε μία καταπληκτική ομάδα, από τους μουσικούς και τους τεχνικούς, μέχρι τον σκηνοθέτη, τον σκηνογράφο, τον Πάνο Σουρούνη που κάνει τις “Εξερευνήσεις” και φυσικά τη Ρένα Μόρφη που είναι κοντά μου και παρουσιάζουμε μαζί την εκπομπή. Βγήκε ένα πολύ ωραίο αποτέλεσμα, με πάρα πολύ κόπο και δουλειά, και το πολύ ευχάριστο είναι ότι το έχει αγκαλιάσει ο κόσμος με αγάπη και ενθουσιασμό. Αυτό μου δίνει τεράστια χαρά.
Από το ξεκίνημά σας στους ΦΑΤΜΕ μέχρι σήμερα, τι κρατάτε από μία πορεία 40 ετών στο ελληνικό τραγούδι;
Αυτό το λέω και δεν μπορώ να το πιστέψω! Τι κρατάω, λοιπόν; Κρατάω και τις επιτυχίες και τις αποτυχίες, γιατί, όπως έλεγε κάποιος, “από τις νίκες μαθαίνεις κάποια πράγματα, αλλά από τις ήττες μαθαίνεις περισσότερα”. Όλα τα θυμάμαι, όλα τα κρατάω στην καρδιά μου: την πρώτη περίοδο με τους ΦΑΤΜΕ που ήταν η εφηβική μου παρέα και οι συμμαθητές μου από το σχολείο, αλλά και τα επόμενα χρόνια, τις συνεργασίες δηλαδή με σπουδαίους καλλιτέχνες, όπως η Χαρούλα Αλεξίου και ο Δημήτρης Μητροπάνος. Αξιώθηκα να σταθώ δίπλα σε ανθρώπους που θαύμαζα από μακριά και να δημιουργήσουμε πράγματα μαζί. Αν μπορούσα να περιγράψω με μία λέξη αυτό που μου μένει από τα 40 χρόνια στην ελληνική μουσική, θα έλεγα ότι είναι η ευγνωμοσύνη. Ευγνωμοσύνη για τον κόσμο που αγάπησε πολύ τα τραγούδια μου και τα έκανε μέρος της ζωής του, και ευγνωμοσύνη για τους καλλιτέχνες με τους οποίους – έστω και για λίγο – συναντηθήκαμε και κάναμε μαζί κάτι που έπιασε τόπο.
Συχνά στα live σας, αλλά και στο “Μουσικό Κουτί”, βλέπουμε φρέσκα πρόσωπα δημιουργών, μουσικών και ερμηνευτών. Ποια θεωρείτε ότι είναι η δυναμική των νέων στην ελληνική μουσική σκηνή;
Για να είμαι ειλικρινής, τα τελευταία χρόνια δυσκολευόμουν να βρω μουσικές που μου άρεσαν, διότι στα ραδιόφωνα παίζουν αυστηρά playlists με παλιές επιτυχίες, οπότε αναρωτιόμουν πώς θα ακουστούν οι νέες επιτυχίες αν δεν μεταδοθούν. Στο YouTube πάλι εντόπισα κάποια πράγματα αλλά ήταν σκόρπια. Όμως, μέσα από την ενότητα των “Εξερευνήσεων”, είδα πολύ όμορφες δουλειές από νέους ανθρώπους, και αισθάνομαι μία αισιοδοξία βλέποντας ότι το μουσικό ταξίδι συνεχίζεται. Οι νέοι παίρνουν τη σκυτάλη, δημιουργούν καινούρια τραγούδια και αυτό έχει πολύ ενδιαφέρον.
“Ό,τι δεν σε σκοτώνει, σε κάνει πιο δυνατό” – Από πού αντλείτε δύναμη για να αντιμετωπίζετε τις δυσκολίες της εποχής μας;
Τη δύναμή μου την αντλώ από εκεί που την αντλούμε όλοι, με αφετηρία τους ανθρώπους που έχω δίπλα μου και αγαπώ: την οικογένειά μου, τους φίλους μου και τους συνεργάτες μου, που είναι για μένα μια άλλη, διαφορετική οικογένεια. Δύναμη παίρνω φυσικά και από τη μουσική, από τη διαδικασία της δημιουργίας, και από τις συναυλίες, καθώς αποτελούν τη στιγμή κατά την οποία μοιράζομαι με τον κόσμο το δώρο της μουσικής. Μετά από δύο χρόνια εγκλεισμού και απομόνωσης, αισθάνομαι μεγάλη χαρά που βγαίνουμε πάλι στο δρόμο με το συγκρότημά μου για να πραγματοποιήσουμε 30 συναυλίες. Είναι μία πραγματική απόλαυση.
Φέτος γιορτάσατε 39 χρόνια γάμου και πρόσφατα γίνατε και παππούς. Ποιο ρόλο έπαιξε η οικογένεια στο μουσικό σας ταξίδι;
Η οικογένειά μου ήταν πάντα το αντίβαρο σε αυτή την τρελή δουλειά που κάνουμε. Η μουσική είναι μία συναρπαστική περιπέτεια γεμάτη νίκες και ήττες. Δεν υπάρχει μουσικός η καριέρα του οποίου να ακολούθησε μία ευθεία γραμμή. Η πορεία έχει ανόδους, καθόδους, πτώσεις, κορυφές. Είναι ένας χώρος στον οποίο το απρόοπτο και η έλλειψη ασφάλειας είναι το μόνο δεδομένο, και αυτό ήταν κάτι που το γνώριζα όταν ξεκινούσα, αλλά με την ορμή που είχα τίποτα δεν με σταματούσε. Δεν υπάρχει καμία εγγύηση για τίποτα, οπότε η οικογένειά μου ήταν και είναι η σταθερή μου βάση. Συχνά λειτουργεί και ως πηγή έμπνευσης, μου χάρισε κουράγιο πολλές φορές και συνεχίζει να είναι το στήριγμά μου μέχρι και σήμερα.
Καθώς ετοιμάζεστε για τη συναυλία στη Θεσσαλονίκη, τι σας έρχεται στο νου όταν ακούτε το όνομα της πόλης μας;
Πολλά μου έρχονται στο μυαλό, με πρώτο το διάστημα που είχαμε περάσει στη Θεσσαλονίκη από το 1984 μέχρι το 1985. Ήταν η περίοδος που ηχογραφούσαμε τον τρίτο δίσκο των ΦΑΤΜΕ, το “Ρίσκο”, στο στούντιο “Αγροτικόν” του Νίκου Παπάζογλου με παραγωγό τον ίδιο. Είχαμε επιλέξει να πραγματοποιήσουμε την ηχογράφηση στη Θεσσαλονίκη γιατί αγαπούσαμε πολύ τη δουλειά του Νίκου και έτσι του κάναμε την πρόταση να αναλάβει την παραγωγή. Ήταν μία συναρπαστική εμπειρία την οποία θυμάμαι κάθε φορά που έρχομαι στην πόλη σας. Και φυσικά μου έρχονται στο νου πολλές εικόνες από τις συναυλίες μου εδώ, αφού ανεβαίνω κάθε χρόνο.
INFO
Νίκος Πορτοκάλογλου – «Ένα φως αναμμένο»
Ημέρα: Πέμπτη 23 Ιουνίου 2022
Έναρξη: 21:00 – Προσέλευση: 19:30
Τόπος: Ανοικτό Θέατρο Συκεών “Μάνος Κατράκης”, Κάρολου Κούν 13, Συκιές, Θεσσαλονίκη
Τιμές εισιτηρίων:
Εισιτήριο Θέασης: Α’ ζώνη: 15€, Β’ ζώνη: 12€
Ειδική Τιμή εισιτηρίου Θέασης (Α.με.Α. / άνεργοι / φοιτητές με την επίδειξη της αντίστοιχης κάρτας): Α’ ζώνη: 13€, Β’ ζώνη: 10€
Πόρτα: Α’ ζώνη: 17€, Β’ ζώνη: 15€
Συνέντευξη στη Λία Κατσανά.