Χίτσκοκ, Άννα Βίσση και γαρίφαλα στα πόδια

Ο Κωστής Ζαφειράκης ανεβαίνει στο ποδήλατο και οργώνει την πόλη. Η µάσκα ανεβοκατεβαίνει, οι εικόνες διαδέχονται η µία την άλλη. Βόλτα ανάµεσα στις δίµετρες αποστάσεις και τις σφιχτές —δίχως αύριο— αγκαλιές. Η Θεσσαλονίκη σήµερα.

Στην Τσιµισκή φιλιούνται αχόρταγα, στην Εγνατία αγκαλιάζονται χωρίς αύριο, Χρήστος Λούλης και Κατερίνα Λέχου πρωταγωνιστούν στο αντάρτικο, ήρωες µιας επανάστασης για την εγγύτητα ξανά, να γίνουµε άνθρωποι ξανά. Οι νέοι αντάρτες των πόλεων περπατάµε τόσο σφιχταγκαλιασµένοι όσο ποτέ, χωµένοι ο ένας κάτω απ’ την µασχάλη του άλλου, να γλείφεις κυριολεκτικά το αποσµητικό της, σώµατα µπερδεµένα σαν πίνακας του Πικάσο, τα πόδια στο κεφάλι, τα µάτια στα γεννητικά όργανα, τα χείλη σου στα χείλη του και τ’ άστρο πάνωθέ µου, αχ να µην τέλειωνε ποτέ η νύχτα ετούτη Θέε µου. Η Θεσσαλονίκη από την εποχή του Βενιζέλου (του αεροδροµίου, όχι του άλλου) είχε να ζήσει τέτοιες δόξες. Ένα ροµαντικό παρακράτος που επιµένει: «Μένουµε ασφαλείς κι αγκαλιασµένοι ως το τέλος, ως την έσχατη µέρα, κι ως την επόµενη ζωή, οι τυχεροί. Οι άτυχοι θα µείνουµε σ’ αυτή τη ζωή δια βίου». Ενθουσιασµένοι οι Θεσσαλονικείς, στην πόλη της υγείας, της τόλµης και της γοητείας, υπακούνε σε µια δύναµη ανώτερη του Χαρδαλιά κι αρχίζουν να πιάνονται παντού, στη µέση, στον αυχένα, στη γάµπα. Ορκίζεται Αντιδήµαρχος Πιασίµατος, παρουσία ολόκληρης της εκκλησιαστικής δύναµης και της Μέρεντιθ Γκρέι, από το Γκρέις Ανάτοµι, όλος ο κόσµος είναι πια ένα παράρτηµα του Γκρέις Ανάτοµι. Άνθρωποι φιλιούνται µε µάσκες, κάνουν σεξ µε µάσκες, κοιµούνται µε µάσκες, δεν τις βγάζουν ποτέ, ούτε για το κραγιόν, ούτε και στην καρέκλα του οδοντιάτρου. Για την προστασία του πολίτη, δηµιουργούνται ειδικές δυνάµεις περιπολίας, από τη µέση και πάνω γιατροί κι από τη µέση και κάτω αστυνοµικοί.

Η Έλενα Ράπτη µοιράζει στον δρόµο γάντια και µάσκες Ζορό, Μπάτµαν και Ράπτη. «Μένουµε στυλάτοι στον τόπο, στον τόπο µας, στη Θεσσαλονίκη. Εδώ µπορούµε ακόµα να πετάµε γαρίφαλα στο πρόσωπο της Νατάσας Θεοδωρίδου», η οποία σε καµιά άλλη πόλη δεν επιτρέπει να της φέρονται έτσι —στον Ορχοµενό, για παράδειγµα, τα γαρίφαλα, της τα πετάνε στα πόδια, µε βάση τις νέες οδηγίες επιβίωσης στη ζωή και στα µπουζούκια. «Μια κυρία στα µπουζούκια» για πάντα. «Έχουν έρθει τα πάνω κάτω» διατείνεται µια γιαγιά, ερωτευµένη µε τον Τσιόδρα, ενώ η ουρά έξω από τον Σκλαβενίτη της Αλεξάνδρου Σβώλου φτάνει ως τον Βασιλόπουλο της Αγίας Σοφίας, κι όταν έρχεται η σειρά της, δεν ξέρει σε ποιο σούπερ µάρκετ να µπει. Ένας τύπος φτυστός ο Κάρολος της Αγγλίας, ελέγχει τα προϊόντα µε το µικροσκόπιο, φύλαγε τα ρούχα σου να ‘χεις τα µισά, όλοι τον κοιτάζουν µε µισό µάτι, αφού ο σωσίας του βρέθηκε θετικός. Η Άση Μπήλιου επιβεβαιώνει ότι οι Σκορπιοί σαν τον Κάρολο, είναι επιρρεπείς στον κορωνοϊό, πολλά νεύρα η Αφροδίτη τους. Αντίθετα, οι Ταύροι, σαν την µαµά του την Ελισάβετ, έχουν γερή κράση, και τους επιτρέπεται να µπαίνουν στα λεωφορεία, χωρίς µάσκα.

Στην παραλία ένα πεντάχρονο κοριτσάκι βολτάρει φορώντας µάσκα και γάντια νιτριλίου, τεράστια για το χεράκι του, και δίπλα ο µπαµπάς του, µια καρικατούρα θλίψης, κακοµοιριάς και δυσεντερίας. Για µια πιο ευχάριστη µαζική µετακίνηση, ο ΟΑΣΘ υπογράφει σύµβαση µε τον Νίκο Καρβέλα. Η Άννα Βίσση εµψυχώνει και αφυπνίζει, σαν την Σοφία Βέµπο στον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο. Στο «6άρι» για την Καλαµαριά, µεγάφωνα κι επιβάτες και ο οδηγός τραγουδάνε και προειδοποιούν, «Σε µια ώρα θα χουν όλα τελειώσει, πόσο γρήγορα κολλάει ο ιός, ας πεθαίναµε αγκαλιά πριν τελειώσει ο τελευταίος ορός». Και το άλλο, «Σ’ έχω επιθυµήσει, η απουσία σου µε ‘χει αρρωστήσει. Θέλω να τρέξω να σου πω, πως ακόµα σ’ αγαπώ, µα φοβάµαι τον κορωνοϊό». Στα θερινά σινεµά, µόνο Χίτσκοκ, για να συνηθίζουµε στον τρόµο και την φρενίτιδα, «Φρενίτις» για πάντα. Στην καραντίνα έζησα κατάσαρκα µια σκηνή από τα «Πουλιά», στην έρηµη Αριστοτέλους, µόνο τα πεινασµένα περιστέρια κι εγώ, µε καλοβλέπανε σαν ξερολούκουµο, αγριεµένα άρχισαν να έρχονται κατά πάνω µου. Το µάτι τους γυάλιζε. Το έβαλα στα πόδια. Εκεί που καταλήγουν πλέον όλα τα γαρίφαλα.

 

Γράφει ο
Κωστής Ζαφειράκης

 

ναδημοσίευση από το εξαμηνιαίο freepress περιοδικό του ΚΘΒΕ «ΠΡΑΞΗ» (ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ-ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2020)