Σοβαρή ασθένεια στο σπίτι. Γίνεται να μην επηρεαστεί το παιδί μου;

 

Ανήκει στα θέματα ταμπού ακόμη και σήμερα. Μπορεί η κοινωνία να έχει κάνει σημαντικά βήματα προόδου, όμως σε θέματα σοβαρών ασθενειών μέσα στο σπίτι, συχνά μια αδιαπέραστη σιωπή σκεπάζει τα πάντα. Οι γύρω γνωρίζουν. Ωστόσο η μη αποδοχή της κατάστασης οδηγεί σε ένα ιδιόμορφο κρυφτό. Ενδεχομένως διογκώνει την κατάσταση. Κανείς δεν παραδέχεται το θέμα ανοιχτά. Δε συζητιέται. Άραγε υπάρχει κάποιος που θα ήθελε στην πραγματικότητα να ασχοληθεί με το πρόβλημα του άλλου σα να ήταν δικό του;

Χρόνια πριν όταν ήμουν παιδί, η μητέρα μου νοσηλεύτηκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο με σοβαρό πρόβλημα στο θυρεοειδή αδένα. Θυμάμαι να την παίρνουν λιπόθυμη από μπροστά μου. Ήμουν δεν ήμουν 7 ετών. Την έβαλαν στο ασθενοφόρο και αυτό ήταν. Φυγαδεύτηκα στη γιαγιά. Εκεί θα μάθαινα ότι η μαμά μου θα λείψει για λίγες μέρες στη Γερμανία. Για πόσες μέρες; Αδιευκρίνιστο. Τι έχει; Τίποτα σοβαρό. Θα επιστρέψει; Σιωπή. Το παιδικό μου μυαλό πιανόταν από βλέμματα, χειρονομίες, μισόλογα μήπως και καταφέρει να συνθέσει το παζλ της απότομης και μυστηριώδους απομάκρυνσης της μητέρας μου. Οι μέρες περνούσαν και δε ήταν τόσο λίγες. Αντιδρούσα με αποτέλεσμα η μία γιαγιά να με στέλνει στην άλλη. Κι από εκεί στη θεία στο Αγρίνιο.

Μια μέρα κρύφτηκα κάτω από το κρεβάτι. Δε με έβρισκε κανείς γιατί είχα βάλει μία κούτα μπροστά μου που με έκρυβε καλά. Φώναξαν την αστυνομία στον πανικό τους. Τότε κατάλαβα κρυμμένος εκεί κάτω ότι έχω κάνει κάτι σοβαρό. Βγήκα και ζήτησα συγγνώμη. Άρον άρον βρέθηκα σε μία φίλη της μαμάς μου. Τη Σούλα. Η ήρεμη δύναμη. Εκείνη θεώρησε σωστό να ξέρω. Μου μίλησε. Με έθεσε ενώπιον του ζητήματος που είχε ανακύψει. Κάπως έτσι τελείωσα τα ξεσπάσματα και άρχισε μια μακρά διαδρομή αναζήτησης εξηγήσεων και λύσεων.

Θα μπορούσε να είναι ακόμη μία ιστορία ασθένειας σε οικογένεια που δε αντιμετωπίστηκε σωστά όμως οι πληγές είναι εμφανείς μέχρι σήμερα. Ποτέ δε θα ξεχάσω την ημέρα που επέστρεψε η μητέρα μου. Κάτω από το ξυρισμένο της κεφάλι. Τα δέκα – δεκαπέντε παραπανίσια κιλά που είχε αποκτήσει από τις αγωγές και τις κορτιζόνες. Την  αναγνώρισα από το βλέμμα της, τη φωνή της, τη μυρωδιά της. Τι κι αν για λίγα δευτερόλεπτα πίστεψα ότι μου την έφεραν για να αντικαταστήσουν τη μαμά μου. Ο «ψεύτες», οι «κακοί» που νόμισαν ότι μπορούν να με ξεγελάσουν.  Όταν την άκουσα να λέει το όνομα μου «Χρήστο», ο κόσμος όλος επέστρεψε στη θέση του.

Ίσως να ήταν αλλιώς αν όποια «Σούλα» εξ’ αρχής με είχε βάλει ψύχραιμα μέσα στο θέμα. Αν γνώριζα και μπορούσα να ψάξω για τις δικές μου λύσεις. Αυτές τις λύσεις που μάγοι ξεφυτρώνουν από το πουθενά και δίνουν τέλος σαν από μηχανής θεοί. Δε θα έμενα αλώβητος. Δεν υπήρχε περίπτωση ούτε μια στο εκατομμύριο. Θα γλίτωνα όμως όλα εκείνα τα σενάρια συνομωσίας. Κάτι έπαθε. Κάτι της έκαναν. Θέλουν να μου φέρουν μια άλλη για να μου ρίξουν στάχτη στα μάτια. Τι να κάνω; Με απλά λόγια ίσως να ήταν λιγότερη η ένταση της στιγμής ή πιο ομαλή η διαχείριση.

Σίγουρα κάθε περίπτωση δεν είναι ίδια. Σίγουρα όλοι μας δεν είμαστε ειδικοί. Λίγοι θα είναι δίπλα μας σε τέτοιες δυσκολίες και ακόμη λιγότεροι θα τις χειριστούν σωστά.  Γι’ αυτό ας μείνει ως επίλογος κάτι απλό. Πάνω από όλα τα προβλήματα υγείας και πέρα από αυτά στα παιδιά «γράφει» έντονα το αίσθημα αγάπης.  Αυτό το αίσθημα γίνεται η μνήμη τους και τα συντροφεύει  πάντα.  Αυτό είναι που όλοι οι εμπλεκόμενοι δεν πρέπει να στερούν στο παιδί όσο ο αγαπημένος τους ασθενής δίνει το δικό του αγώνα για να τα καταφέρει.

 

Γράφει ο Χρήστος Κρανιώτης .

Ποιητής, συγγραφέας και υπεύθυνος του εργαστηρίου ζωγραφικής Kristiboni (www.kristiboni.gr)