Ο Γιάννης Κακλέας είναι ένας ευρηματικός σκηνοθέτης που έχει σκηνοθετήσει πλήθος πετυχημένων παραστάσεων.
Συναντηθήκαμε στις πρόβες του «Πλούτου», της φετινής καλοκαιρινής παραγωγής του ΚΘΒΕ. Επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη και αφουγκράζεται το πνεύμα του Αριστοφάνη σε μια εποχή που το χρήμα, η ακρίβεια, η φτώχεια και ο πλούτος αποτελούν εκ νέου στοιχεία προβληματισμού. Και κάπως έτσι μας δίνει τη δική του μοντέρνα ματιά σε μια εμβληματική αριστοφανική κωμωδία.
Τα τελευταία χρόνια έχετε μια καλή συνεργασία με το ΚΘΒΕ. Αυτή δεν είναι η πρώτη συνεργασία σας με το θέατρο, σωστά;
Πράγματι. Πέρυσι είχα σκηνοθετήσει τον «Επιθεωρητή» του Γκόγκολ στο Βασιλικό Θέατρο. Ήταν μια πολύ ωραία εμπειρία και φέτος συνεργαζόμαστε με τον «Πλούτο» για την Επίδαυρο. Παλαιότερα, το 2011, είχα σκηνοθετήσει το «Διαμάντια και Μπλουζ» της Λούλας Αναγνωστάκη.
«Πλούτος» του Αριστοφάνη λοιπόν. Υποθέτω πως δεν είναι η πρώτη φορά που ασχολείστε με τον Αριστοφάνη.
Αρχής γενομένης με τους «Βατράχους» που είχα κάνει το 1991, στην πραγματικότητα είναι το πέμπτο έργο του Αριστοφάνη με το οποίο ασχολούμαι.
Υπάρχει η πρόθεση να ανεβάσετε κάποια στιγμή και τα 11 σωζόμενα έργα;
Όχι, αν και τον αγαπάω πολύ αυτόν τον συγγραφέα. Τις περισσότερες φορές η θεατρική πρακτική αντιμετωπίζει τον Αριστοφάνη ως έναν επιθεωρησιογράφο με ιδιαίτερα σκωπτική και βωμολοχική διάθεση και αυτό τον καθιστά ολίγον ευτελή. Τα τελευταία χρόνια, και όχι μόνο εγώ αλλά και αρκετοί άλλοι σκηνοθέτες, βλέπουμε στον Αριστοφάνη πολύ πιο σύνθετες ποιότητες. Ποιότητες όπως του τελετουργικού θεάτρου ή ότι γράφει κωμωδίες έχοντας στο μυαλό του τις τραγωδίες που έχουν ήδη προϋπάρξει για να μπορεί να τις σατιρίσει μέσα από το δικό του ύφος και εν τέλει το γεγονός ότι είναι πολύ πιο αληθινά πολιτικός από ότι επικαιρικά επιθεωρησιογράφος. Άρα είναι ένας συγγραφέας χρηστικός για το σήμερα. Κι ενώ μιλάει για τα προβλήματα της δικής του εποχής, είναι άμεσα συνδεδεμένος με τα δικά μας.
Επιστρέφοντας λίγο στα της παράστασης, ο πρωταγωνιστής σας, ο Μάνος Βακούσης, είναι εξαιρετικός ηθοποιός αλλά όχι ακριβώς κωμικός. Είναι αυτό ένα είδος στοιχήματος για εσάς;
Εξαρτάται πάντα τι εννοείται με τον όρο κωμικός. Για μένα ο Χρεμύλος είναι ο μπαμπάς μας, ο θείος μας, ένας καθημερινός άνθρωπος. Ταλαιπωρημένος, φτωχός, αλλά με αξίες παρελθόντος, που ακόμη έχει την ελπίδα μέσα του ότι μπορούν τα πράγματα να αλλάξουν. Και η κωμωδία εδώ βγαίνει από το τι καταστάσεις βιώνει ο πρωταγωνιστής. Ο Μάνος Βακούσης ανήκει στην κατηγορία του ανθρώπου που είναι και αστείος και δραματικός και συγκινησιακός. Έχει όλα τα στοιχεία δηλαδή ενός δικού μας ανθρώπου.
Ένα δεύτερο στοιχείο που κεντρίζει το ενδιαφέρον είναι ότι έχετε πολλές εναλλακτικές μουσικές προτάσεις μέσα στην παράσταση.
Η παράσταση διαπερνάται από μία παρέα, που είναι η παρέα του γιου του Χρεμύλου, του Καρίωνα και των φίλων του. Αυτοί, ως νέοι της εποχής, αγαπάνε τη ραπ και την τραπ. Για αυτό και το ύφος της παράστασής μας έχει μια τέτοια αίσθηση. Εκεί βλέπουμε και τον αγώνα μεταξύ Πενίας και Χρεμύλου, που αποκτάει με αυτό τον τρόπο ρυθμό και σατιρική διάθεση βάζοντας τους Χατζηφραγκέτα να τραγουδάνε το «Εντάξει Κική». Μπαίνουμε στον κόσμο της Nalyssa Green, που χτυπάει το καμπανάκι για τους κινδύνους του πλούτου και τραγουδάει ένα ωραίο τραγούδι του Αττίκ, «Το Χρήμα». Υπάρχει επίσης ένας ράπερ, ο Τελευταίος Καλεσμένος, που μας θυμίζει ότι βρισκόμαστε στο παρόν και μας προσγειώνει σε μια δυστοπία με τα σημερινά μας αδιέξοδα.
Μιλώντας για το μουσικό background της παράστασης, αισθάνομαι ότι σας συγκινεί πάρα πολύ ο ήχος της νεολαίας. Είναι αυτό το κοινό που σας ενδιαφέρει για την παράσταση; Και με αφορμή αυτό παίζετε και με την πολιτική ορθότητα της εποχής;
Όλοι οι άνθρωποι με ενδιαφέρουν. Αλλά είναι αλήθεια ότι οι παραστάσεις που κάνω έχουν ένα βλέμμα στους νέους. Κι αυτό γιατί έτσι δημιουργείται μια υψηλού βαθμού ενέργεια που κάνουν τις παραστάσεις να έχουν μια κωμική επιθετικότητα. Θα ήθελα να δουν την παράσταση οι νέοι άνθρωποι και να συνειδητοποιήσουν σε τι κόσμο βρίσκονται, μήπως φωτιστούν από τη γραφή του Αριστοφάνη.
Στην παράσταση του έργου εμφανίζεται επίσης η καθηγήτρια Ιστορίας, η κυρία Μαρία Ευθυμίου. Είναι θεατρικά κάτι τελείως πρωτότυπο.
Στον καπιταλισμό που ζούμε, η θεοποίηση του Πλούτου μπορεί να έχει αντίλογο αλλά και υπερασπιστές. Είναι δηλαδή ένα θέμα διλημματικό. Κάποια στιγμή στην παράσταση φτάνουμε –μέσα από μια ελεύθερη διασκευή που έχω κάνει– σε ένα αδιέξοδο. Και ποιος θα μας λύσει αυτό το αδιέξοδο; Είμαι φαν της κυρίας Ευθυμίου, παρακολουθώ όλα τα μαθήματά της και επειδή πιστεύω ότι είναι ένα σπουδαίο μυαλό, σκέφτηκα ότι μπορεί να μας πει, με τον τρόπο της, για αυτή την έννοια, που μας έχει λίγο φέρει σε μια διλημματική σχέση. Οπότε η παρουσία της έχει τον χαρακτήρα της συμβουλής μιας ακαδημαϊκού, που μπορεί να δει την έννοια του πλούτου από τη γέννηση της ανθρωπότητας μέχρι το σήμερα. Δεν είναι διάλεξη, είναι μια παράβαση. Και εμπιστεύομαι την εμπειρία της.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Γιάννης Γκροσδάνης
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: Κώστας Αμοιρίδης
Αναδημοσίευση από το εξαμηνιαίο freepress περιοδικό του ΚΘΒΕ «ΠΡΑΞΗ» (ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ- ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2024)